ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΔΟΥΔΟΣ
g_doudos@yahoo.com
Στις 18 Ιουλίου 2014 η εφημερίδα της Κομοτηνής ‘Χρόνος’ δημοσίευσε
στην ψηφιακή έκδοσή της[i], όπως
υποθέτω και στην έντυπη, μακροσκελές «υπόμνημα
πανεπιστημιακών και άλλων εκπαιδευτικών για την αφύπνιση της ελληνικής
πολιτείας, ώστε να πάρει άμεσα εκπαιδευτικά μέτρα που θα ενισχύσουν την
ελληνομάθεια των μουσουλμανοπαίδων στη Θράκη». Το
υπόμνημα τούτο είχε προβληθεί από διάφορα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης ήδη από τον
Ιούνιο.
Πληροφορήθηκα για το παραπάνω υπόμνημα και τους εκατόν δέκα (110)
«σοφούς», που το συνέταξαν (;) ή αν δεν συνέβη τούτο τουλάχιστον φέρονται να το
έχουν υπογράψει, και τη δημοσίευσή του στον ‘Χρόνο’ από την εκπαιδευτικό κυρία
Μαρία Δήμου, που υπηρετεί σε μειονοτικό δημοτικό σχολείο της Κομοτηνής
(Μάστανλη). Μετά την ανάγνωσή του, υπέκυψα στον πειρασμό να εκφράσω τις απόψεις
μου για την πρωτοβουλία, που έχει τα γνωρίσματα ενός νέου μανιφέστου σωτηρίας
των Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, με επίκεντρο τα παιδιά της Μειονότητας.
Δεν θέλω να σχολιάσω, τουλάχιστον
ορισμένους από τους υπογραφείς του υπομνήματος, μολονότι έχω κάποια άποψη για
τις ιδέες τους, που κατά καιρούς έχουν δημοσιοποιήσει ή για δραστηριότητές τους
κατά το παρελθόν, που είχαν προκαλέσει ερωτηματικά ως προς την ανιδιοτέλεια των
προθέσεών τους, όταν και τότε είχαν φροντίσει να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους
για τη Θράκη. Στο κάτω κάτω, σε μια δημοκρατία, έστω υπό κηδεμονία, όπως κατάντησε
η Ελλάδα της κρίσης, την ελευθερία της έκφρασης οφείλουμε να την σεβόμαστε με
«θρησκευτική» ευλάβεια. Αλλά ορισμένοι υπογραφείς, που δηλώνουν λόγου χάρη
κάτοικοι Κύπρου ή Πάτρας, ακόμα και Αθήνας, ή προβάλλουν ιδιότητες αποστράτων
ανώτατων αξιωματικών, είτε του στρατού ή του ναυτικού, διερωτώμαι πώς μπορεί να
εκφράσουν υπεύθυνες θέσεις για ένα πολυσήμαντο θέμα, όπως είναι η εκπαίδευση
μερίδας παιδιών της Ελλάδος! Πόσοι από τους υπογραφείς, που δεν είναι κάτοικοι
της Θράκης, όπως οι περισσότεροι, έχουν άραγε επισκεφθεί την περιοχή, όχι ως
διερχόμενοι επισκέπτες, αλλά ως επισκέπτες με την απορία να μάθουν από αυτή τη
μοναδική περιφέρεια της βόρειας Ελλάδας, όπου ως ένα σημείο τα πράγματα
συντηρούν σημάδια πληθυσμιακού και πολιτισμικού πλούτου, πριν τις βίαιες
εθνοκαθάρσεις που είχαν συμβεί στον βορειοελλαδικό χώρο, μετά το τέλος των
βαλκανικών πολέμων και αργότερα.
Μολονότι μακροσκελές το υπόμνημα που
εκθέτει απόψεις για την παρεχόμενη πρωτοβάθμια εκπαίδευση προς τα παιδιά της
Μουσουλμανικής Μειονότητας, εντούτοις σιωπά πέρα ως πέρα ως προς το πρόγραμμα
«Εκπαίδευση των Παιδιών της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη», που
λειτουργεί και εξελίσσεται σε διάφορες φάσεις, με αφετηρία το 1997, έστω και ως
αρνητική κριτική. Πολλά από τα ζητήματα που θίγουν οι «σοφοί» του υπομνήματος, ήδη
υλοποιούνται και κατά κοινή ομολογία μάλλον με επιτυχία, από το ‘Πρόγραμμα
Φραγκουδάκη’, όπως καθιερώθηκε να αναφέρεται το παραπάνω έργο, από την
επιστημονική υπεύθυνή του Ομότιμη Καθηγήτρια Άννα Φραγκουδάκη.
Η μη αναφορά στο ‘Πρόγραμμα Φραγκουδάκη’ δύο πράγματα φαίνεται
πως δείχνει. Το ένα, ότι οι υπογραφείς στο σύνολό τους (;), απαξιώνουν το έργο
«Εκπαίδευση των Παιδιών της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη» και ίσως την
κυρία Άννα Φραγκουδάκη και την Καθηγήτρια κυρία Θάλεια Δραγώνα, που είναι Ειδική
Επιστημονική Σύμβουλος του προγράμματος. Το δεύτερο, θεωρώ απίθανο ότι οι
συντάκτες του υπομνήματος βρήκαν τον τρόπο να συνέλθουν επί τω αυτώ,
προκειμένου να συντάξουν τούτο το κείμενο, και επομένως ότι οι θέσεις που
διατυπώνονται αντιπροσωπεύουν τις απόψεις καθενός και καθεμιάς από τους εκατόν
δέκα ανθρώπους, που είναι εγκατεσπαρμένοι σε διαφορετικά μήκη και πλάτη, όχι μόνο
της ελληνικής επικράτειας αλλά και εκτός αυτής. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, η
αγνόηση του ‘Προγράμματος Φραγκουδάκη’ από τους εθνικά ευαίσθητους υπογραφείς,
που κόπτονται για την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στα παιδιά της
Μουσουλμανικής Μειονότητας από το κράτος, είτε οφείλεται σε απαξίωση του
Προγράμματος, είτε οφείλεται σε ελλιπή ενημέρωσή τους ως προς το θέμα, τους
καθιστά εκτεθειμένους ως προς την σοβαρότητα της πρωτοβουλίας τους….
Στο υπόμνημα, μου έχει προκαλέσει
εντύπωση, ότι οι υπογραφείς εμφανίζονται πλήρως ενήμεροι ως προς την φυλετική
σύνθεση της Μουσουλμανικής Μειονότητας της Θράκης. Συγκεκριμένα αναφέρουν ότι,
«στους μουσουλμάνους που ζουν στη Θράκη
συμπεριλαμβάνονται οι Πομάκοι, οι Αθίγγανοι, οι Τούρκοι, οι Κιρκάσιοι, οι
τουρκόφωνοι Σουδανοί (στην Π.Ε. Ξάνθης), τουρκόφωνοι Ρομά, ορεινοί Τσιτάκηδες,
Κιρτζαλήδες και άλλοι, οι οποίοι συνυπάρχουν στη Θράκη ήδη από τους πρώτους
αιώνες της οθωμανικής κατάκτησης». Βέβαια αν θα ήθελαν οι «σοφοί»
ανησυχούντες να θεωρηθεί το κείμενό τους τεκμηριωμένο, όφειλαν να παραθέσουν
κάποια γενικώς αποδεκτή επιστημονική βιβλιογραφική αναφορά σχετικά με την
φυλετική σύνθεση των Μουσουλμάνων της Θράκης, διότι έτσι όπως παρατίθεται η
παραπάνω αναφορά διεγείρει ερωτηματικά ως προς την ακρίβειά της. Λόγου χάρη ενώ
οι Αθίγγανοι και οι Ρομά, (κατά κανόνα δίγλωσσοι -τουρκόφωνοι και ρομανί- ή
τρίγλωσσοι, μιας και πολλοί γνωρίζουν και την ελληνική) ανήκουν στην ίδια
φυλετική ομάδα πληθυσμού της Θράκης, η παράθεση των Αθίγγανων και των
τουρκόφωνων Ρομά, σαν διαφορετικών ομάδων είναι περιττός πλεονασμός, που
οφείλεται είτε σε άγνοια, είτε σε σκοπιμότητα. Στην περιοχή της Ξάνθης πράγματι,
υπάρχουν κάτοικοι σε τρία χωριά της περιοχής αφρικανικής καταγωγής, χωρίς να
είναι βέβαιο ότι προέρχονται από το Σουδάν ή την Άνω Αίγυπτο ή άλλη περιοχή της
Αφρικής, επομένως ο χαρακτηρισμός σαν τουρκόφωνων Σουδανών νομίζω πως είναι
ατυχής. Οι Κιρκάσιοι δεν υπάρχουν πλέον στην Θράκη, άλλωστε λίγοι είχαν
εγκατασταθεί στη Θράκη, ενώ ο κύριος όγκος τους είχε μετακινηθεί στην περιοχή
Θεσσαλονίκη, όπου είχε ιδρυθεί και Μουφτεία των Κιρκασίων. Γενικά, στον
αναγνώστη του υπομνήματος απομένει η εντύπωση, ότι η Μουσουλμανική Μειονότητα της
Θράκης συντίθεται από ένα μωσαϊκό φυλετικών ομάδων, κάτι που ακυρώνει την
επίσημη κρατική θέση της Ελλάδος, για την τριμερή σύνθεσή της (τουρκογενείς,
Πομάκοι και Αθίγγανοι ή Ρομά). Επίσης η πολυφυλετική αναφορά στη μειονότητα των
Μουσουλμάνων της Θράκης, έστω και αν δεν είναι ακριβής, επιδιώκει να αναιρέσει
τη, εθνικιστική προπαγάνδα της Τουρκίας που θέλει τη Μουσουλμανική Μειονότητα στο
σύνολό της αποκλειστικά τουρκική. Βέβαια κάτι τέτοιο υποστηρίζεται και από
Έλληνες, όπως συνέβη με τον πανεπιστημιακό Δημήτρη Χριστόπουλο, που ως
υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ είχε δηλώσει εκείνο το αμίμητο, χυδαίο και
ευτελές κατά τη γνώμη μου, ότι: «Η μειονότητα είναι ένα ενιαίο συμπαγές τουρκικό
πράμα»!
Το υπόμνημα κάνει αναφορά στο νομοθετικό διάταγμα 3065/1954 «περί τρόπου
λειτουργίας Τουρκικών Σχολείων Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως Δυτικής Θράκης κ.λπ.»,
που ρυθμίζει θέματα μειονοτικής εκπαίδευσης μέχρι σήμερα και συμπληρώνω, ότι
είχε εκδοθεί από την κυβέρνηση Αλέξανδρου Παπάγου, στην οποία μέλος ήταν και ο
Κωνσταντίνος Καραμανλής. Επίσης γίνεται αναφορά και στο Μορφωτικό Πρωτόκολλο
Ελλάδος και Τουρκίας της 20ης
Δεκεμβρίου του 1968, με το οποίο η τουρκική γλώσσα αναγνωρίζεται από την
Ελλάδα, ως η μόνη γλώσσα της Μουσουλμανικής Μειονότητας της Θράκης. Συμπληρώνω
πάλι, ότι το παραπάνω πρωτόκολλο υπογράφηκε από την λεγόμενη «εθνική κυβέρνηση»
της Ελλάδος, την περισσότερο γνωστή ως χούντα των συνταγματαρχών….
Κρίνω χρήσιμο να προσθέσω πως η κυβέρνηση
Παπάγου, που εξέφραζε την πολιτική των νικητών μετά τον ελληνικό εμφύλιο
πόλεμο, εκτός από το νομοθετικό διάταγμα 3065/1954, υπήρξε γενικότερα ο
αρχιτέκτονας του βίαιου και ολοκληρωτικού εκτουρκισμού των Μουσουλμάνων της
Θράκης, με εκτελεστικό όργανο τον Γενικό Διοικητή Θράκης με το χαριτωμένο
επώνυμο Φεσσόπουλος. Παροιμιώδεις είναι
οι διαταγές του Γεωργίου Φεσσόπουλου, αρχές του 1954, προς τους Δήμους και τις
Κοινότητες του νομού Ροδόπης, στις οποίες έλεγε τα εξής: «Κατόπιν διαταγής του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως, παρακαλούμεν όπως
εφ’ εξής εις πάσαν περίπτωσιν γίνεται χρήσις όρου «Τούρκος-τουρκικός» αντί του
τοιούτου «Μουσουλμάνος-μουσουλμανικός». Επί τούτοις δέον να μεριμνήσετε διά την
αντικατάστασιν των εν τη περιφερεία υμών διαφόρων επιγραφών, όπως
«Μουσουλμανική Κοινότης, Μουσουλμανικόν Σχολείον κλπ» διά τοιαύτης «Τουρκικόν».
Γιατί τα έγραψα όλα αυτά πρωτύτερα; Γιατί σ’
αυτόν τον τόπο, όπου ευδοκιμεί το είδος των «γνήσιων και καθαρών» Ελλήνων και
Ελληνίδων, μαζί με «μιάσματα» «ανθελλήνων» χωρίς pedigree φυλετικής καθαρότητας, μας έχουν κουράσει
απερίγραπτα. Το υπόμνημα των 110 «σοφών», που εμφανίζονται να ανησυχούν και
θέλουν να μας πείσουν ότι νοιάζονται για την εκπαίδευση των παιδιών της
Μειονότητας στη Θράκη, είναι ένα κείμενο δίχως σοβαρότητα, δείγμα
βερμπαλιστικής πολυλογίας που μόνο αδαείς και ανενημέρωτους μπορεί να
εντυπωσιάσει. Με τις αποσιωπήσεις τους οι 110 «σοφοί», μάλλον προσπαθούν να
κρύψουν πράγματα, να απαξιώσουν προσπάθειες και έχουν καταφέρει να
δημιουργήσουν έναν κάποιο θόρυβο, σαν αυτόν που θα ακουγόταν από το σπάσιμο μιας ογκώδους πομφόλυγας!
Η Μουσουλμανική Μειονότητα της Θράκης έχει
ταλαιπωρηθεί αφάνταστα από τις κατά καιρούς πολιτικές του ελληνικού κράτους. Οι
διακυμάνσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις κατά απαράδεκτο τρόπο, συνήθως
υπαγόρευαν ανακλαστικά, την μεροληπτική αντιμετώπιση από το κράτος σε βάρος της
Μειονότητας. Επίσης ανάλογα με τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούσαν ελληνικές
κυβερνήσεις, πρόβαλλαν και τις δικές τους αντιεπιστημονικές ή
ψευδοεπιστημονικές απόψεις ως προς την εθνοφυλετική σύνθεση της Κοινότητας των
Μουσουλμάνων της Θράκης, τις οποίες με την ισχύ της εξουσίας ήθελαν να
επιβάλλουν και στους μειονοτικούς Έλληνες πολίτες. Χαρακτηριστικό αυτής της πολιτικής,
που συνεχίζεται και στις μέρες μας, είναι η σκόπιμη αποφυγή του όρου ‘Τούρκος’
και ‘τουρκικός’, από το 1990 και μετά, και η αντικατάστασή του με τον όρο ‘τουρκογενής’,
για τον προσδιορισμό πληθυσμιακής ομάδας της Μειονότητας, εκ μέρους κονδυλοφόρων
που εξυπηρετούν τις κρατικές ελληνικές θέσεις ως προς το θέμα. Και βέβαια, μετά
το 1954, όταν υποχρεωτικά οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης όφειλαν να δεχτούν
ότι είναι ‘Τούρκοι’ με εθνικιστικό περιεχόμενο του όρου, από την περίοδο της χούντας
και μετά, ο δημόσιος αυτοπροσδιορισμός μειονοτικών πολιτών ως Τούρκων, ιδίως σε
συλλογικό επίπεδο, είναι πράγμα απαγορευμένο. Οι ανησυχούντες «σοφοί» του υπομνήματος, σιωπούν
ως προς αυτές τις καταστάσεις, ενώ με τις αναφορές τους στην Ελληνική
Μειονότητα της Κωνσταντινούπολης και αναφορικές συγκρίσεις στη Μουσουλμανική
Μειονότητα, φαίνεται να επιχειρούν την ανακλαστική αντιμετώπιση των πραγμάτων
με κριτήριο την κατάσταση των Ρωμιών της Πόλης από την τουρκική διοίκηση.
Ελπίζω το υπόμνημα της ανησυχίας των 110 να μην
προκαλέσει αναταράξεις, στους αρμόδιους για τα μειονοτικά ζητήματα φορείς του
κράτους. Οι άνθρωποι που υπέγραψαν το υπόμνημα, έχω τη γνώμη ότι έβαλαν την
υπογραφή τους σ’ ένα κείμενο, που δεν
ξέρω αν όλοι τους προηγουμένως το είχαν διαβάσει με προσοχή, αλλά πάντως το
προσυπέγραψαν με την αίσθηση, πως επιτελούν σπουδαίο εθνικό έργο!