Powered By Blogger

Monday, September 28, 2020

Ο ΝΕΟΣ ΠΟΥ ΕΨΑΧΝΕ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ



ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΓΙΟΜ ΚΙΠΟΥΡ

Κόντευε το Γιομ Κιπούρ. Ο Γιτσχάκ, αυτή τη χρονιά ήθελε να βρει τρόπο να μάθει, πώς θα μπορούσε να σφραγιστεί το όνομά του στο Βιβλίο της Ζωής. Από το Ρος Ασανά και μετά, το μόνο που έκανε ήταν προσευχή και μελέτη. Στη δουλειά δεν πήγαινε, ούτε έβγαινε έξω. Ώρες ατέλειωτες τη νύχτα, με συντροφιά ένα κεράκι, αγρυπνούσε έχοντας το νου και την καρδιά, με βαθειά προσήλωση στραμένα, κάθε φορά και σε ένα από τα ιερά Ονόματα του Αντονάι. Έτρωγε τόσο λίγο, που δεν χρειάστηκε να βγει έξω για ν’ αγοράσει φαγώσιμα.

Μια μέρα, πριν το Γιομ Κιπούρ, χρειάστηκε να επισκεφτεί το φαρμακείο. Τον είχε πιάσει ένας πονοκέφαλος, που δεν έλεγε να τον αφήσει. Στο δρόμο, συνάντησε έναν άγνωστο Ραβίνο, που πρέπει να ήταν περαστικός από τα μέρη τους. Τον χαιρέτησε με σεβασμό και ο Ραβίνος ανταποκρίθηκε με θερμότητα. Σταμάτησε για λίγο μπροστά στον Γιτσχάκ και του ψυθίρισε στην κυριολεξία στο αυτί: Πήγαινε στην πόλη, στη γειτονιά του ποταμιού, παραδίπλα από τη γέφυρα, να βρεις τον Χιλέλ, τον τσαγκάρη. Όπου κι αν ρωτήσεις τον ξέρουν. Μονάχα φρόντισε να είσαι εκεί αμέσως μετά τη δύση του ήλιου, τότε που ο Χαχάμi Χιλέλ βρίσκεται σπίτι του.... Μετά απ’ αυτά τα λίγα λόγια, ο Ραβίνος συνέχισε το δρόμο του και χάθηκε.

Ο Γιτσχάκ, δεν άφησε να περάσει άσκοπα ο χρόνος. Λησμόνησε τον πονοκέφαλο και βρήκε αμέσως τρόπο να βρεθεί στην πόλη. Ο ήλιος δεν είχε κρυφτεί ακόμα, οπότε τριγυρνούσε πέρα δώθε. Πέρασε έκω από την αρχαία Συναγωγή και κοντοστάθηκε, για να ψιθυρίσει το “Σεμά”ii και κάποιες ακόμα προσευχές που έβγαιναν από το βάθος της καρδιάς του. Όταν πλησίαζε η δύση, για να ετοιμαστεί το φανέρωμα της καινούργιας μέρας του Αντονάι, ξεκουράστηκε σ’ ένα καφενείο και ήπιε μια κρύα γκαζόζα, που τόσο αγαπούσε. Σε λίγο ο ήλιος είχε κρυφτεί πίσω από τα βουνά και ο Γιτσχάκ ξεκίνησε για το σπίτι του Χαχάμ Χιλέλ, αφού είχε βεβαιωθεί ρωτώντας για το πού βρίσκεται. Μετά από λίγο χτυπούσε διστακτικά την πόρτα του σπιτιού του Γέροντα, που ήταν γνωστός σε όλους, ότι ακολουθούσε την Οδό των Χαχαμίμ, ενώ από περισσότερους από έναν είχε ακούσει πως πίστευαν ότι ένας Τσαντίκiii. Άνοιξε την πόρτα η θυγατέρα του Χιλέλ. Του πρόσφερε μ’ ένα πλατύ χαμόγελα το καλωσόρισμά της και τον οδήγησε στο καλό καθιστικό. Αμέσως ειδοποίησε τον πατέρα της για την επίσκεψη που είχε. Ώσπου να φανεί ο γέροντας, η ευγενική κόρη είχε φέρει κεράσματα στον Γιτσχάκ.

Δεν χρειάστηκε να περιμένει για πολύ ο Γιτσχάκ. Ο Χιλέλ ο χαχάμ φάνηκε μ’ ένα θερμό χαμόγελο. Ψηλός και ευθυτενής, με περιποιημένα γένια και μαλλιά που είχαν αρχίσει να ντύνονται το χρώμα του ασημιού. Ο Γιτσχάκ σηκώθηκε κι έσκυψε να φιλήσει το χέρι του Οικοδεσπότη, μα εκείνος το απομάκρυνε με τρόπο κι αρκέσθηκε ν’ ανταλλάξει με το νέο μια θερμή χειραψία.

Καλώς όρισες, του είπε ο Χιλέλ. Άργησες να φανείς. Σε περίμενα από καιρό. Ποιος καλός δρόμος σ’ έφερε στο σπιτικό μου; Ο νέος, κομπιάζοντας λιγάκι, ψέλλισε πως ήθελε να μάθει αν υπάρχει παράδεισος και κόλαση, γιατί οι μελέτες του σε διάφορα βιβλία δεν του είχαν δώσει απάντηση, που να ικανοποιεί την ψυχή του. Του εξομολογήθηκε ακόμα, πως από το Ρος Ασανά και μετά τον είχε πιάσει αγωνία μεγάλη, θέλοντας να αξιωθεί από το Έλεος του Ευλογημένου, να σφραγίσει το όνομά του στην τελευταία έστω σελίδα του Βιβλίου της Ζωής....

Ο Χαχάμ Χιλέλ, έμεινε σιωπηλός. Το βλέμμα του είχε απλωθεί στο γαλάζιο του ουρανού, που φαινόταν, έστω για λίγο ακόμα, απ’ το μεγάλο παράθυρο του καθιστικού. Ήπιε δυο τρεις γουλιές απ’ το κρύο νερό που του είχε φέρει εν τω μεταξύ η θυγατέρα του και μίλησε ήρεμα και στοχαστικά:

Ο Σοφός άνθρωπος κατοικεί εδώ και τώρα στον ακριβό παράδεισο του Αγαπημένου του. Δεν προσδοκά κάποιον παράδεισο μετά το θάνατό του ….”. Σα να μονολογούσε είπε: “Αν είμαι στον παράδεισο από τώρα, γιατί να νοιάζομαι για τον παράδεισο που υπόσχονται οι θρήσκοι αύριο; Για τον Σοφό, όποιος δεν έχει βρει την Αλήθεια σε τούτο τον κόσμο, δεν πρόκειται να την φτάσει στον επόμενο. Όπως είναι γραμμένο και στο Κοράνι, ‘όποιος είναι τυφλός σ’ αυτήν τη ζωή, θα είναι τυφλός και στην άλλη ζωή, κι ακόμα πιο παραστρατημένος απ’ τον ίσιο δρόμο’(17:72)…”. Σώπασε για λίγο και συνέχισε στοχαστικά: “Όποιος δεν αντίκρυσε το Πρόσωπο του Πολυαγαπημένου σήμερα, δεν πρόκειται να το δει ούτε αύριο…. Γι’ αυτό και ο Σοφός ζει τον παράδεισο σε τούτο τον κόσμο”.

Ο Χαχάμ Χιλέλ δεν πρόσθεσε ούτε μια λέξη παραπάνω στα όσα είπε. Ο Γιτσχάκ σηκώθηκε σιωπηλός. Προς στιγμή, του είχε κάνει εντύπωση, που ο γέροντας δεν ανέφερε κάτι από την Τανάχ ή από το Ταλμούντ, αλλά από το Κοράνι. Μα η καρδιά του έδιωξε κάθε ξένη σκέψη από το νου, μιας και ένιωθε γεμάτος χαρά. Tο πρόσωπό του ήταν ένα φωτεινό χαμόγελο. Αυτή τη φορά έσκυψε, φίλησε με θέρμη το χέρι του Χαχάμ Χιλέλ κι εκείνος με τη σειρά του φίλησε στο μέτωπο τον Γιτσχάκ, πριν τον ξεπροβοδίσει….



Γιώργος Δούδος

©ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΔΟΣ

ΓΙΟΜ ΚΙΠΟΥΡ 5781

(28/09/20)

iΧαχάμ (πληθ. Χαχαμίμ) στα εβραϊκά σοφός, γνώστης της Βίβλου και της Παράδοσης.

iiΣεμά: Σεμά Γισραέλ (Άκου Ισραήλ), η κατ’ εξοχήν εβραϊκή προσευχή. Πηγάζει από το βιβλίο του Δευτερονομίου (6:4) της Τορά (Πεντάτευχος. Είναι η πανηγυρική διακήρυξη της πίστης στον Έναν Θεό. Στο κατά Μάρκο Ευαγγέλιο, αναφέρεται πως ο Ιησούς θεωρεί το Σεμά ως την πρώτη και σπουδαιότερη εντολή (Μάρκ. 12:29).

iiiΤσαντίκ, στα εβραϊκά δίκαιος. Tzadik ή zadik, ṣaddîq ή sadiq. Πληθ. Tzadikim. Πρόκειται για έναν τίτλο στον Ιουδαϊσμό που δίνεται σε ανθρώπους που θεωρούνται δίκαιοι, όπως οι βιβλικές προσωπικότητες και αργότερα οι πνευματικοί δάσκαλοι. Από τα τέλη του 17ου αιώνα, στο κίνημα των Χασιντίμ στους κόλπους του Ιουδαϊσμού, καθιερώνεται ο θεσμός του μυστικού Τζαντίκ, ως ενός θεϊκού καναλιού που διοχετεύει τη Θεία ροή ευλογίας στον κόσμο.

Το έργο ζωγραφικής είναι του Marc Chagall με θέμα το Γιομ Κιπούρ.


Tuesday, September 22, 2020

Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΟΥ...


Εις μνήμην Ruth Bader Ginsburg




ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΔΟΥΔΟΣ

πρώην Δικηγόρος


Ο θάνατος της Δικαστού Ruth Bader Ginsburg, μέλους του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.Α., στις 18 Σεπτεμβρίου 2020, πρόσθεσε θλίψη για την μεγάλη απώλεια σχεδόν παντού, σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Η RGB, όπως συνηθιζόταν χαριτωμένα να αποκαλείται η Δικαστής, υπηρέτησε την δικαιοσύνη στις Ηνωμένες Πολιτείες ως δικαστής, επί σαράντα χρόνια. Από τις 14 Απριλίου 1980 ως τις 9 Αυγούστου 1993 ως μέλος του Εφετείου των Η.Π.Α. στην Περιφέρεια Κολούμπια και από τις 10 Αυγούστου 1993 ως τον θάνατό της ως μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Πριν αναλάβει τα δικαστικά της καθήκοντα η Ginsburg, είχε υπηρετήσει επί χρόνια την δικαιοσύνη των Ηνωμένων Πολιτειών ως Δικηγόρος και τη Νομική Επιστήμη ως εξαιρετικό μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας.

Σε μια επίσκεψή της το 2009 στην Νομική Σχολή Pritzker του Πανεπιστημίου Northwestern στο Σικάγο, είχε πει χαρακτηριστικά, όπως θυμούνται μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, ότι είχε γίνει Δικηγόρος την εποχή του McCarthy, για να κάνει καλύτερη την ζωή άλλων ανθρώπων. Η Ruth Bader Ginsburg, ως Νομικός, είτε ως Δικηγόρος, είτε ως Δικαστής, υπήρξε συνεπής καθώς επιδίωκε να στέκεται στο πλάι των αδύναμων πολιτών, που κατέφευγαν στην δικαιοσύνη....

Ως Δικηγόρος η Ginsburg, υπήρξε πρωτοπόρος στον αγώνα για την ισότητα των φύλων, ενώ ως Δικαστής αναδείχθηκε μια αγαπημένη ήρωας του προοδευτικού κινήματος.

Κατά την ακρόασή της, ως υποψήφιας δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Επιτροπή Δικαιοσύνης της αμερικανικής Γερουσίας, είχε πει για την ζωή της, ότι μόνο στην Αμερική θα μπορούσαν να συμβούν όσα έζησε.

Η Joan Ruth Bader γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1933 και μεγάλωσε σε μια εργατική γειτονιά του Μπρούκλιν. Κανένας από τους γονείς της δεν είχε φοιτήσει σε κολέγιο. Ο πατέρας της Nathan, είχε φτάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες ως έφηβος από την Ρωσία, ενώ η μητέρα της Celia Amster, γεννήθηκε στην Αμερική, λίγους μήνες μετά την άφιξη των γονιών της από την Αυστρία. Και οι δυο γονείς της εργάζονταν, ο πατέρας ως γουναράς και η μητέρα ως εργάτρια, για να βοηθήσει τον αδελφό της να σπουδάσει σε κολέγιο. Η Ruth Bader Ginsburg θυμόταν πως η μητέρα της έλεγε “να κάνει την ανάγνωση απόλαυση” και, ότι την συμβούλευε συνεχώς, να «είναι ανεξάρτητη», ικανή να φροντίζει τον εαυτό της”. Η Ginsburg ήταν Εβραία και ανακαλούσε από τη μνήμη των παιδικών της χρόνων, μια επιγραφή που είχε δει σε ένα θέρετρο στην Πενσυλβάνια: “Δεν επιτρέπονται σκυλιά ή Εβραίοι”.

Ως Δικηγόρος δεν δούλεψε για κάποια δικηγορική εταιρία, αλλά στρατεύθηκε στην υπόθεση προώθησης των ίσων δικαιωμάτων των γυναικών, διευθύνοντας ένα πρόγραμμα της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU). Την δεκαετία του ’70 είχε υποστηρίξει στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, έξι σημαντικές υποθέσεις ορόσημα που αφορούσαν την ισότητα των φύλων. Η Ruth Bader Ginsburg, πίστευε ότι ο Νόμος είναι τυφλός από πλευράς φύλου και ότι όλες οι κοινωνικές ομάδες έχουν ίσα δικαιώματα! Άλλωστε η ίδια, ως φοιτήτρια και λίγο αργότερα ως νεαρή απόφοιτη της Νομικής, είχε βιώσει τις διακρίσεις σε βάρος της ως γυναίκας και τα εμπόδια που ορθώνονταν μπροστά της στην επαγγελματική σταδιοδρομία της γενικά, λόγω του φύλου της.


Η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, μια γυναίκα, που θήτευσε στην ελληνική Δικαιοσύνη, αναφέρθηκε με τρόπο εξαιρετικά περιεκτικό και συγκινητικό στην Δικαστή Ginsburg. Μάλιστα αποκαλύφθηκε, ότι η κυρία Κατερίνα Σακελλαροπούλου στο γραφείο της έχει μια φωτογραφία της εμβληματικής Αμερικανίδας Δικαστού. Εξαιρετικοί Έλληνες Δικηγόροι και Ακαδημαϊκοί, με επαγγελματικό στίγμα στην υπεράσπιση των συνταγματικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, αναφέρθηκαν στην απώλεια της Ginsburg. Η Αφροαμερικανίδα Μουσουλμάνα Amina Wadud, ακτιβίστρια υπέρ της ισότητας των γυναικών στο Ισλάμ και όχι μόνο, ομότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου, που αυτόν τον καιρό βρίσκεται στην Ινδονησία, εξέφρασε με μια μόνη λέξη την συναίσθηση της απώλειας για την Ruth Bader Ginsburg. Η μεγάλη απώλεια για τις Η.Π.Α. και το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, έχει επισημανθεί με ποικίλους τρόπους από επίσημους, αλλά το πιο σημαντικό κατά τη γνώμη μου από απλούς ανθρώπους. Η εφημερίδα “The New York Times”, στις 20 Σεπτεμβρίου με άρθρο της με τίτλο ‘The Nation Lost a Titan. Brooklyn Lost a Native Daughter’ (‘Το Έθνος έχασε μία Τιτάνα. Το Brooklyn έχασε μια ‘Ντόπια’ Κόρη’), τίμησε την απώλεια της Δικαστού Ginsburg, δημοσιεύοντας εξαιρετικού φωτογραφίες, που δείχνουν τις εκδηλώσεις τεράστιας τιμής, του απλού “ανώνυμου” κόσμου στη μνήμη της Δικαστού. Τέλος, σύμφωνα με σχετικές ανακοινώσεις η σορός της Δικαστού θα εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα στο Καπιτώλιο την Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά σε γυναίκα. Την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου, πρόκειται να γίνει τελετή προς τιμή της εκλιπούσας Δικαστού στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η απώλεια της Δικαστού Ruth Bader Ginsburg, χωρίς αμφιβολία παίρνει διαστάσεις τιμής, ως προς τις εκδηλώσεις στη μνήμη της, σαν να επρόκειτο για έναν λαϊκό ηγέτη. Νομίζω πως κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί άλλοτε, ούτε σε άλλη γωνιά του κόσμου.


Οι εκδηλώσεις τιμής στη μνήμη της Δικαστού Ruth Bader Ginsburg και στην Ελλάδα, μου πρόσφεραν την αφορμή να διατυπώσω ορισμένες σκέψεις, όσον αφορά τους Δικαστές στη χώρα μας, την επιλογή τους και προπάντων, το κεφαλαιώδες ζήτημα της ανεξαρτησίας της δικαστικής λειτουργίας του δημοκρατικού κράτους και τον ρόλο του Υπουργείου Δικαιοσύνης.


Το Σύνταγμα της Ελλάδος στο άρθρο 26 εισάγει την σαφή διάκριση των εξουσιών του κράτους. Το άρθρο 87 του Συντάγματος προβλέπει την απονομή της δικαιοσύνης από δικαστήρια που συγκροτούν τακτικοί δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία. Η συνταγματικά προβλεπόμενη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστών, είναι το μεγάλο βάρος της ευθύνης τους, όπως και η ισοβιότητα που τους αναγνωρίζεται (άρθρο 88 παρ. 1 του Συντάγματος).


Κατά τη γνώμη μου, στην Ελλάδα η ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας υποχωρεί, μπροστά σε μια συνταγματικά προβλεπόμενη αρμοδιότητα της κυβέρνησης, που τοποθετεί την ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων του κράτους (άρθρο 90 παρ. 5 Συντάγματος). Αυτή η κατάσταση δεν είναι λίγες οι φορές, που εμφανίζει ανώτατους δικαστές, με πράξεις τους και με ορισμένες σημαντικές για την κυβέρνηση αποφάσεις, να επιδεικνύουν έλλειψη αμεροληψίας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα των πολιτικών που τους ανέδειξαν νομείς του θώκου που κατέχουν.


Ένα άλλο γεγονός που μειώνει την ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας, παρέχοντας προβάδισμα στην εκτελεστική λειτουργία που ασκείται από την κυβέρνηση, είναι οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στον Υπουργό Δικαιοσύνης. Όσοι διακονήσαμε την δικαστική λειτουργία, από οποιαδήποτε θέση, γνωρίζουμε ότι υπήρξαν μάλλον ευνοούμενοι δικαστικοί λειτουργοί, που ελάχιστα ταλαιπωρήθηκαν από μεταθέσεις, μακριά από τον τόπο κατοικίας τους. Ενώ άλλοι δικαστές, στην διάρκεια της σταδιοδρομίας τους είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν, ακόμα και τις εσχατιές της επικράτειας. Οι μεταθέσεις των δικαστικών λειτουργών, είναι συνήθως ένα “όπλο” του εκάστοτε υπουργού Δικαιοσύνης, κατά των απείθαρχων, που επιμένουν να υπερασπίζονται με τις αποφάσεις τους ή την μειοψηφούσα γνώμη που διατυπώνουν σε πολυμελείς συνθέσεις δικαστηρίων την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία τους, ακόμη και αν οι δικαστικές τους ενέργειες προσκρούουν στα πολιτικά συμφέροντα των ισχυρών.


Ένα τεράστιο ζήτημα, που κατά τη γνώμη μου έχει άμεση σχέση με την ποιότητα των δικαστικών λειτουργών στην Ελλάδα είναι ο τρόπος επιλογής τους. Η ίδρυση και λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών το 1994, κατά τη γνώμη μου αποτελεί μια θεσμική αποτυχία! Δεν μπορεί να υπάρχει για έναν σημαντικό κλάδο δημόσιων λειτουργών, όπως είναι οι δικαστικοί λειτουργοί παραγωγική σχολή του υπουργείου Δικαιοσύνης (άρθρο 1 παρ. 2 νόμου 3689/2008). Σε μια δημοκρατική πολιτεία, που οι ελευθερίες, σε όλο το φάσμα τους, αποτελούν όρους λειτουργίας ενός αξιόπιστου και αποτελεσματικού κράτους δικαίου, δεν μπορεί να υπάρχει παραγωγική σχολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με σκοπό την “επιλογή, η προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική κατάρτιση και η αξιολόγηση όσων πρόκειται να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων”. Η Δικαστής Ruth Bader Ginsburg, πριν αναλάβει τα δικαστικά καθήκοντά της, είχε προσφέρει τις γόνιμες υπηρεσίες της στην Αμερικανική Δικαιοσύνη ως Δικηγόρος. Το ίδιο συμβαίνει στην Μεγάλη Βρετανία, που οι δικαστές της χώρας προέρχονται από το Δικηγορικό Σώμα, μετά από ευδόκιμη υπηρεσία ως Δικηγόροι. Το ίδιο εφαρμόζεται στην Κυπριακή Δημοκρατία. Το να συσταθούν τμήματα μεταπτυχιακών δικαστικών σπουδών σε Νομικές Σχολές της χώρας είναι εντελώς διαφορετικό από την ύπαρξη παραγωγικής σχολής δικαστικών λειτουργών, χωρίς ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών σε ένα τέτοιο τμήμα να αποτελεί προϋπόθεση κάποιου ενδιαφερόμενου ή ενδιαφερόμενης να εισαχθεί στο Δικαστικό Σώμα. Η επί μια δεκαετία τουλάχιστον, άσκηση δικηγορίας, πρέπει να αποτελεί την μόνη προϋπόθεση ανάδειξης ενός νομικού επιστήμονα ως Δικαστικού Λειτουργού. Άλλωστε και σήμερα διακρίνονται οι δικαστικοί λειτουργοί που άσκησαν πραγματική δικηγορία από άλλους συναδέλφους τους, που μπορεί να είχαν τυπικά την ιδιότητα του δικηγόρου, αλλά δεν άσκησαν δικηγορία, γιατί ήταν αφοσιωμένοι στην προετοιμασία τους επιτυχούς εισόδου στην Σχολή Δικαστών. Τέλος, θα πρέπει να μειωθεί ως κίνητρο εισόδου στη Σχολή Δικαστών και ανάδειξης ενός αποφοίτου ως δικαστικού λειτουργού, ο σκοπός της ασφαλούς εξασφάλισης ενός καλού μισθού από το Δημόσιο! Νομίζω, πως δύσκολα, μετά από δέκα χρόνια δικηγορίας, ένας Δικηγόρος θα εγκαταλείψει το επάγγελμα χάριν ασφαλέστερου βιοπορισμού. Επίσης, επί μια δεκαετία, μάλλον είναι απίθανο ένας ή μια, να υποκρίνεται τον δικηγόρο, χωρίς να ασκεί το επάγγελμα, όπως συμβαίνει σήμερα με αρκετούς υποψήφιους της Σχολής Δικαστών.


Έχω τη γνώμη, ότι η Δικαστής Ruth Bader Ginsburg, μολονότι δεν ήταν πολιτικός, αναδείχθηκε με τον τρόπο άσκησης των δικαστικών καθηκόντων της, σε μια λαϊκή ηρωΐδα, γιατί είχε απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης που έχει ένας Δικαστής, σε μια Δημοκρατία, να υπερασπίζεται τις ελευθερίες, όταν αυτές παραβιάζονται ή κινδυνεύουν από τους ισχυρούς τους χρήματος ή της πολιτικής, να στέκεται πλάι σε όλους εκείνους, που διψούν για απόδοση δικαιοσύνης γιατί έχουν ζήσει σε βάρος τους τις διακρίσεις κάθε λογής....

Η Δικαιοσύνη σε μια Δημοκρατία, είναι η δύναμη εξισορρόπησης των τριβών που προκαλούνται από την σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ κοινωνικών ομάδων και απόδοσης του δικαίου και επίσης είναι η λειτουργία του κράτους, που έχει δικαιοδοσία να θέτει φραγμούς στην αυθαιρεσία της κυβέρνησης και της κρατικής γραφειοκρατίας. Οι δικαστικοί λειτουργοί στην χώρα μας, μπορεί να αναδειχθούν οι ΄ήρωες της καθημερινότητας, αρκεί να περιφρουρούν κάθε στιγμή της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους, την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία τους!




©ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΔΟΥΔΟΣ

22/09/2020