Εις μνήμην Ruth Bader Ginsburg
ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΔΟΥΔΟΣ
πρώην Δικηγόρος
Ο θάνατος της Δικαστού Ruth Bader Ginsburg, μέλους του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.Α., στις 18 Σεπτεμβρίου 2020, πρόσθεσε θλίψη για την μεγάλη απώλεια σχεδόν παντού, σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Η RGB, όπως συνηθιζόταν χαριτωμένα να αποκαλείται η Δικαστής, υπηρέτησε την δικαιοσύνη στις Ηνωμένες Πολιτείες ως δικαστής, επί σαράντα χρόνια. Από τις 14 Απριλίου 1980 ως τις 9 Αυγούστου 1993 ως μέλος του Εφετείου των Η.Π.Α. στην Περιφέρεια Κολούμπια και από τις 10 Αυγούστου 1993 ως τον θάνατό της ως μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Πριν αναλάβει τα δικαστικά της καθήκοντα η Ginsburg, είχε υπηρετήσει επί χρόνια την δικαιοσύνη των Ηνωμένων Πολιτειών ως Δικηγόρος και τη Νομική Επιστήμη ως εξαιρετικό μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Σε μια επίσκεψή της το 2009 στην Νομική Σχολή Pritzker του Πανεπιστημίου Northwestern στο Σικάγο, είχε πει χαρακτηριστικά, όπως θυμούνται μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, ότι είχε γίνει Δικηγόρος την εποχή του McCarthy, για να κάνει καλύτερη την ζωή άλλων ανθρώπων. Η Ruth Bader Ginsburg, ως Νομικός, είτε ως Δικηγόρος, είτε ως Δικαστής, υπήρξε συνεπής καθώς επιδίωκε να στέκεται στο πλάι των αδύναμων πολιτών, που κατέφευγαν στην δικαιοσύνη....
Ως Δικηγόρος η Ginsburg, υπήρξε πρωτοπόρος στον αγώνα για την ισότητα των φύλων, ενώ ως Δικαστής αναδείχθηκε μια αγαπημένη ήρωας του προοδευτικού κινήματος.
Κατά την ακρόασή της, ως υποψήφιας δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Επιτροπή Δικαιοσύνης της αμερικανικής Γερουσίας, είχε πει για την ζωή της, ότι μόνο στην Αμερική θα μπορούσαν να συμβούν όσα έζησε.
Η Joan Ruth Bader γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1933 και μεγάλωσε σε μια εργατική γειτονιά του Μπρούκλιν. Κανένας από τους γονείς της δεν είχε φοιτήσει σε κολέγιο. Ο πατέρας της Nathan, είχε φτάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες ως έφηβος από την Ρωσία, ενώ η μητέρα της Celia Amster, γεννήθηκε στην Αμερική, λίγους μήνες μετά την άφιξη των γονιών της από την Αυστρία. Και οι δυο γονείς της εργάζονταν, ο πατέρας ως γουναράς και η μητέρα ως εργάτρια, για να βοηθήσει τον αδελφό της να σπουδάσει σε κολέγιο. Η Ruth Bader Ginsburg θυμόταν πως η μητέρα της έλεγε “να κάνει την ανάγνωση απόλαυση” και, ότι την συμβούλευε συνεχώς, να «είναι ανεξάρτητη», ικανή να φροντίζει τον εαυτό της”. Η Ginsburg ήταν Εβραία και ανακαλούσε από τη μνήμη των παιδικών της χρόνων, μια επιγραφή που είχε δει σε ένα θέρετρο στην Πενσυλβάνια: “Δεν επιτρέπονται σκυλιά ή Εβραίοι”.
Ως Δικηγόρος δεν δούλεψε για κάποια δικηγορική εταιρία, αλλά στρατεύθηκε στην υπόθεση προώθησης των ίσων δικαιωμάτων των γυναικών, διευθύνοντας ένα πρόγραμμα της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU). Την δεκαετία του ’70 είχε υποστηρίξει στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, έξι σημαντικές υποθέσεις ορόσημα που αφορούσαν την ισότητα των φύλων. Η Ruth Bader Ginsburg, πίστευε ότι ο Νόμος είναι τυφλός από πλευράς φύλου και ότι όλες οι κοινωνικές ομάδες έχουν ίσα δικαιώματα! Άλλωστε η ίδια, ως φοιτήτρια και λίγο αργότερα ως νεαρή απόφοιτη της Νομικής, είχε βιώσει τις διακρίσεις σε βάρος της ως γυναίκας και τα εμπόδια που ορθώνονταν μπροστά της στην επαγγελματική σταδιοδρομία της γενικά, λόγω του φύλου της.
Η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, μια γυναίκα, που θήτευσε στην ελληνική Δικαιοσύνη, αναφέρθηκε με τρόπο εξαιρετικά περιεκτικό και συγκινητικό στην Δικαστή Ginsburg. Μάλιστα αποκαλύφθηκε, ότι η κυρία Κατερίνα Σακελλαροπούλου στο γραφείο της έχει μια φωτογραφία της εμβληματικής Αμερικανίδας Δικαστού. Εξαιρετικοί Έλληνες Δικηγόροι και Ακαδημαϊκοί, με επαγγελματικό στίγμα στην υπεράσπιση των συνταγματικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, αναφέρθηκαν στην απώλεια της Ginsburg. Η Αφροαμερικανίδα Μουσουλμάνα Amina Wadud, ακτιβίστρια υπέρ της ισότητας των γυναικών στο Ισλάμ και όχι μόνο, ομότιμη Καθηγήτρια Πανεπιστημίου, που αυτόν τον καιρό βρίσκεται στην Ινδονησία, εξέφρασε με μια μόνη λέξη την συναίσθηση της απώλειας για την Ruth Bader Ginsburg. Η μεγάλη απώλεια για τις Η.Π.Α. και το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, έχει επισημανθεί με ποικίλους τρόπους από επίσημους, αλλά το πιο σημαντικό κατά τη γνώμη μου από απλούς ανθρώπους. Η εφημερίδα “The New York Times”, στις 20 Σεπτεμβρίου με άρθρο της με τίτλο ‘The Nation Lost a Titan. Brooklyn Lost a Native Daughter’ (‘Το Έθνος έχασε μία Τιτάνα. Το Brooklyn έχασε μια ‘Ντόπια’ Κόρη’), τίμησε την απώλεια της Δικαστού Ginsburg, δημοσιεύοντας εξαιρετικού φωτογραφίες, που δείχνουν τις εκδηλώσεις τεράστιας τιμής, του απλού “ανώνυμου” κόσμου στη μνήμη της Δικαστού. Τέλος, σύμφωνα με σχετικές ανακοινώσεις η σορός της Δικαστού θα εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα στο Καπιτώλιο την Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά σε γυναίκα. Την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου, πρόκειται να γίνει τελετή προς τιμή της εκλιπούσας Δικαστού στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η απώλεια της Δικαστού Ruth Bader Ginsburg, χωρίς αμφιβολία παίρνει διαστάσεις τιμής, ως προς τις εκδηλώσεις στη μνήμη της, σαν να επρόκειτο για έναν λαϊκό ηγέτη. Νομίζω πως κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί άλλοτε, ούτε σε άλλη γωνιά του κόσμου.
Οι εκδηλώσεις τιμής στη μνήμη της Δικαστού Ruth Bader Ginsburg και στην Ελλάδα, μου πρόσφεραν την αφορμή να διατυπώσω ορισμένες σκέψεις, όσον αφορά τους Δικαστές στη χώρα μας, την επιλογή τους και προπάντων, το κεφαλαιώδες ζήτημα της ανεξαρτησίας της δικαστικής λειτουργίας του δημοκρατικού κράτους και τον ρόλο του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Το Σύνταγμα της Ελλάδος στο άρθρο 26 εισάγει την σαφή διάκριση των εξουσιών του κράτους. Το άρθρο 87 του Συντάγματος προβλέπει την απονομή της δικαιοσύνης από δικαστήρια που συγκροτούν τακτικοί δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία. Η συνταγματικά προβλεπόμενη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστών, είναι το μεγάλο βάρος της ευθύνης τους, όπως και η ισοβιότητα που τους αναγνωρίζεται (άρθρο 88 παρ. 1 του Συντάγματος).
Κατά τη γνώμη μου, στην Ελλάδα η ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας υποχωρεί, μπροστά σε μια συνταγματικά προβλεπόμενη αρμοδιότητα της κυβέρνησης, που τοποθετεί την ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων του κράτους (άρθρο 90 παρ. 5 Συντάγματος). Αυτή η κατάσταση δεν είναι λίγες οι φορές, που εμφανίζει ανώτατους δικαστές, με πράξεις τους και με ορισμένες σημαντικές για την κυβέρνηση αποφάσεις, να επιδεικνύουν έλλειψη αμεροληψίας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν συμφέροντα των πολιτικών που τους ανέδειξαν νομείς του θώκου που κατέχουν.
Ένα άλλο γεγονός που μειώνει την ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας, παρέχοντας προβάδισμα στην εκτελεστική λειτουργία που ασκείται από την κυβέρνηση, είναι οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στον Υπουργό Δικαιοσύνης. Όσοι διακονήσαμε την δικαστική λειτουργία, από οποιαδήποτε θέση, γνωρίζουμε ότι υπήρξαν μάλλον ευνοούμενοι δικαστικοί λειτουργοί, που ελάχιστα ταλαιπωρήθηκαν από μεταθέσεις, μακριά από τον τόπο κατοικίας τους. Ενώ άλλοι δικαστές, στην διάρκεια της σταδιοδρομίας τους είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν, ακόμα και τις εσχατιές της επικράτειας. Οι μεταθέσεις των δικαστικών λειτουργών, είναι συνήθως ένα “όπλο” του εκάστοτε υπουργού Δικαιοσύνης, κατά των απείθαρχων, που επιμένουν να υπερασπίζονται με τις αποφάσεις τους ή την μειοψηφούσα γνώμη που διατυπώνουν σε πολυμελείς συνθέσεις δικαστηρίων την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία τους, ακόμη και αν οι δικαστικές τους ενέργειες προσκρούουν στα πολιτικά συμφέροντα των ισχυρών.
Ένα τεράστιο ζήτημα, που κατά τη γνώμη μου έχει άμεση σχέση με την ποιότητα των δικαστικών λειτουργών στην Ελλάδα είναι ο τρόπος επιλογής τους. Η ίδρυση και λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών το 1994, κατά τη γνώμη μου αποτελεί μια θεσμική αποτυχία! Δεν μπορεί να υπάρχει για έναν σημαντικό κλάδο δημόσιων λειτουργών, όπως είναι οι δικαστικοί λειτουργοί παραγωγική σχολή του υπουργείου Δικαιοσύνης (άρθρο 1 παρ. 2 νόμου 3689/2008). Σε μια δημοκρατική πολιτεία, που οι ελευθερίες, σε όλο το φάσμα τους, αποτελούν όρους λειτουργίας ενός αξιόπιστου και αποτελεσματικού κράτους δικαίου, δεν μπορεί να υπάρχει παραγωγική σχολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με σκοπό την “επιλογή, η προεισαγωγική, θεωρητική και πρακτική κατάρτιση και η αξιολόγηση όσων πρόκειται να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των Πολιτικών και Ποινικών Δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων”. Η Δικαστής Ruth Bader Ginsburg, πριν αναλάβει τα δικαστικά καθήκοντά της, είχε προσφέρει τις γόνιμες υπηρεσίες της στην Αμερικανική Δικαιοσύνη ως Δικηγόρος. Το ίδιο συμβαίνει στην Μεγάλη Βρετανία, που οι δικαστές της χώρας προέρχονται από το Δικηγορικό Σώμα, μετά από ευδόκιμη υπηρεσία ως Δικηγόροι. Το ίδιο εφαρμόζεται στην Κυπριακή Δημοκρατία. Το να συσταθούν τμήματα μεταπτυχιακών δικαστικών σπουδών σε Νομικές Σχολές της χώρας είναι εντελώς διαφορετικό από την ύπαρξη παραγωγικής σχολής δικαστικών λειτουργών, χωρίς ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών σε ένα τέτοιο τμήμα να αποτελεί προϋπόθεση κάποιου ενδιαφερόμενου ή ενδιαφερόμενης να εισαχθεί στο Δικαστικό Σώμα. Η επί μια δεκαετία τουλάχιστον, άσκηση δικηγορίας, πρέπει να αποτελεί την μόνη προϋπόθεση ανάδειξης ενός νομικού επιστήμονα ως Δικαστικού Λειτουργού. Άλλωστε και σήμερα διακρίνονται οι δικαστικοί λειτουργοί που άσκησαν πραγματική δικηγορία από άλλους συναδέλφους τους, που μπορεί να είχαν τυπικά την ιδιότητα του δικηγόρου, αλλά δεν άσκησαν δικηγορία, γιατί ήταν αφοσιωμένοι στην προετοιμασία τους επιτυχούς εισόδου στην Σχολή Δικαστών. Τέλος, θα πρέπει να μειωθεί ως κίνητρο εισόδου στη Σχολή Δικαστών και ανάδειξης ενός αποφοίτου ως δικαστικού λειτουργού, ο σκοπός της ασφαλούς εξασφάλισης ενός καλού μισθού από το Δημόσιο! Νομίζω, πως δύσκολα, μετά από δέκα χρόνια δικηγορίας, ένας Δικηγόρος θα εγκαταλείψει το επάγγελμα χάριν ασφαλέστερου βιοπορισμού. Επίσης, επί μια δεκαετία, μάλλον είναι απίθανο ένας ή μια, να υποκρίνεται τον δικηγόρο, χωρίς να ασκεί το επάγγελμα, όπως συμβαίνει σήμερα με αρκετούς υποψήφιους της Σχολής Δικαστών.
Έχω τη γνώμη, ότι η Δικαστής Ruth Bader Ginsburg, μολονότι δεν ήταν πολιτικός, αναδείχθηκε με τον τρόπο άσκησης των δικαστικών καθηκόντων της, σε μια λαϊκή ηρωΐδα, γιατί είχε απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης που έχει ένας Δικαστής, σε μια Δημοκρατία, να υπερασπίζεται τις ελευθερίες, όταν αυτές παραβιάζονται ή κινδυνεύουν από τους ισχυρούς τους χρήματος ή της πολιτικής, να στέκεται πλάι σε όλους εκείνους, που διψούν για απόδοση δικαιοσύνης γιατί έχουν ζήσει σε βάρος τους τις διακρίσεις κάθε λογής....
Η Δικαιοσύνη σε μια Δημοκρατία, είναι η δύναμη εξισορρόπησης των τριβών που προκαλούνται από την σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ κοινωνικών ομάδων και απόδοσης του δικαίου και επίσης είναι η λειτουργία του κράτους, που έχει δικαιοδοσία να θέτει φραγμούς στην αυθαιρεσία της κυβέρνησης και της κρατικής γραφειοκρατίας. Οι δικαστικοί λειτουργοί στην χώρα μας, μπορεί να αναδειχθούν οι ΄ήρωες της καθημερινότητας, αρκεί να περιφρουρούν κάθε στιγμή της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους, την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία τους!
©ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΔΟΥΔΟΣ
22/09/2020
No comments:
Post a Comment