Ο Δρ Abdul Fatah Idris, επικεφαλής του Τμήματος Συγκριτικής Ερμηνείας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Al-Azhar του Καΐρου είχε κάνει πριν από καιρό την ακόλουθη σημαντική δήλωση: «Η διαδρομή του χρόνου και η διαφοροποίηση των περιστάσεων, από τον καιρό που διαμορφώθηκε η παραδοσιακή κλασική επιστήμη της ερμηνείας του μουσουλμανικού δικαίου, έχουν επιφέρει αλλαγές στα προβλήματα των ανθρώπων και αντιστρόφως. Η κατάσταση αυτή απαιτεί νέο τρόπο σκέψης για την αντιμετώπιση τόσο των αλλαγών, όσο και συγκεκριμένων γεγονότων». Δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που υιοθετούν την άποψη του Δρα Abdul Fatah Idris, αλλά δυστυχώς δεν είναι τόσο πολλοί για να αντιμετωπίσουν εκείνους που θεωρούν σαν καθαρή μορφή του Ισλάμ ό,τι εφαρμοζόταν μόνο κατά τον έβδομο αιώνα!
Κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει την οικουμενική εξάπλωση του Ισλάμ και το γεγονός ότι οι Μουσουλμάνοι ξεπερνούν το 1,5 δισεκατομμύριο ανθρώπων. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να αντιμετωπίσει το Ισλάμ και τους Μουσουλμάνους με περιφρόνηση, όπως συμβαίνει μερικές φορές ακόμα σε ορισμένες χώρες της Δύσης. Επίσης οι κάτοικοι χωρών της Ευρώπης και της Αμερικής δεν έχουν το δικαίωμα να στρέφουν την πλάτη στους Μουσουλμάνους γείτονές τους, που είναι το ίδιο Ευρωπαίοι ή Αμερικανοί, όπως οι Χριστιανοί ή οι Εβραίοι της διπλανής πόρτας!
Το Ισλάμ είναι μια ‘καθολική’ θρησκευτική παράδοση. Δεν πρόκειται για μια θρησκεία που εξαντλείται στην ικανοποίηση των μεταφυσικών ανησυχιών των ανθρώπων και κυρίως στην παροχή μιας κάποιας απάντησης που να μπορεί να καταστείλει τον φόβο μπροστά στο θάνατο και να φωτίσει το μυστήριο για την πέραν του τάφου διαιώνιση της ανθρώπινης ύπαρξης. Το Ισλάμ ρυθμίζει με αποτελεσματικό τρόπο και συχνά τρομερά λεπτομερειακό κάθε πτυχή της ζωής του Μουσουλμάνου, σε προσωπικό, οικογενειακό και συλλογικό επίπεδο, είτε ζει σε μια παραδοσιακή μουσουλμανική κοινωνία, είτε σε μια κοινωνία που διέπεται από κοσμικές αρχές. Οι κανόνες συμπεριφοράς που πηγάζουν από το Κοράνιο και τη Σούννα (παράδοση του Προφήτη Μωάμεθ) είναι εξαναγκαστικά υποχρεωτικοί για τους Μουσουλμάνους σε οποιοδήποτε περιβάλλον και αν ζουν, όπως οι νόμοι κάθε κράτους. Στο Ισλάμ δεν υπάρχει διάσταση μεταξύ ηθικής και νόμιμης συμπεριφοράς. Η ισλαμική ηθική ταυτίζεται πλήρως με τις ρυθμίσεις του ιερού μουσουλμανικού νόμου, γνωστού και ως συστήματος δικαίου Σαρία. Υπάρχουν αρκετές χώρες στον κόσμο με μουσουλμανικό πληθυσμό, που οι κανόνες της Σαρία είτε στο σύνολό τους, είτε επιλεκτικά έχουν ενσωματωθεί στην κρατική νομοθεσία τους.
Οι χώρες που εφαρμόζουν στο σύνολό του το δίκαιο της Σαρία, τόσο ως προς τις ρυθμίσεις προσωπικών και αστικών καταστάσεων και σχέσεων όσο και ως προς την ποινική θωράκιση των κοινωνιών είναι οι εξής: Αφγανιστάν, Μπαχρέιν, Ιράν, Μαυριτανία, Ομάν, Πακιστάν, Υεμένη, Σαουδική Αραβία και Λωρίδα της Γάζας. Οι προηγούμενες χώρες επιβάλλουν την ποινή του θανάτου σε όποιον ή όποια κριθεί ότι έχει βλασφημήσει τα ιερά και τα όσια του Ισλάμ. Ο κατάλογος συνεχίζεται με τις εξής χώρες: Αλγερία, Μπαγκλαντές, Αίγυπτος, Ιράκ, Κουβέιτ, Λιβύη, Μαλαισία, Μαλδίβες, Μαρόκο, Σομαλία, Τυνησία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Οι αμέσως προηγούμενες χώρες τιμωρούν την βλασφημία κατά του Ισλάμ, όχι με την θανατική ποινή αλλά με φυλάκιση. Στις χώρες που έχουν υιοθετήσει σχεδόν στο σύνολό του το σύστημα δικαίου της Σαρία συγκαταλέγεται και το Σουδάν.
Στη συνέχεια αναφέρονται οι χώρες εκείνες που εφαρμόζουν επιλεκτικά το δίκαιο της Σαρία και όχι στο σύνολό του. Γενικά χαρακτηριστικά σ’ αυτές τις χώρες είναι η επιβολή μικρών ποινών σε περιπτώσεις φόνων για λόγους τιμής, με θύματα αποκλειστικά σχεδόν γυναίκες, προβλεπόμενη ή άτυπη απαγόρευση ανέγερσης νέων εκκλησιών, εφαρμογή των δημόσιων μαστιγώσεων σε δράστες ποινικών αδικημάτων κ.λπ.. Οι χώρες που αναφερόμαστε είναι οι εξής: Ινδονησία, όπου εφαρμόζονται ως μέσα ποινικού σωφρονισμού οι δημόσιες μαστιγώσεις ή οι δημόσιοι ξυλοδαρμοί με ραβδί. Η επαρχία Aceh αυτής της χώρας χαρακτηρίζεται για την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων του ιερού μουσουλμανικού νόμου. Μπρουνέι, όπου εφαρμόζεται ως μέσον ποινικού σωφρονισμού ο δημόσιος ξυλοδαρμός με ραβδί και όπου η κατανάλωση αλκοόλ είναι παράνομη. Στην Ιορδανία για τους φόνους για λόγους τιμής επιβάλλεται ποινή φυλάκισης δύο ετών ή και λιγότερο. Στην Ερυθραία ένα κορίτσι 8 ετών μπορεί να παντρευτεί ενώ αγνοείται ο βιασμός της συζύγου. Οι φόνοι για λόγους τιμής τιμωρούνται στη Συρία με ένα χρόνο φυλάκιση ή και λιγότερο. Στο Τζιμπουτί το δίκαιο της Σαρία ρυθμίζει το διαζύγιο. Στην Τσετσενία οι τοπικές αρχές εποπτεύουν σχετικά με την σεμνή ένδυση των ανθρώπων, κυρίως των γυναικών, με την κατανάλωση αλκοόλ που δεν επιτρέπεται και με τα τυχερά παιχνίδια που επίσης απαγορεύονται. Στο Νίγηρα τα κορίτσια επιτρέπεται να παντρεύονται πριν φτάσουν στην εφηβεία, ενώ στις βόρειες πολιτείες της Νιγηρίας απαντάται αυστηρή εφαρμογή του συνόλου της Σαρία. Στην ανατολική Κένυα, στα σύνορα με τη Σομαλία εφαρμόζεται ο μουσουλμανικός νόμος με αυστηρότητα. Στη Γκάμπια, τα μουσουλμανικά ιεροδικεία που εφαρμόζουν τη Σαρία έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία ως προς όλες τις οικογενειακές υποθέσεις ακόμα και για τους μη Μουσουλμάνους της χώρας. Στην Ουγκάντα οι ιεροδίκες (qadis) που εφαρμόζουν τη Σαρία ασκούν εποπτεία στις οικογενειακές και αστικές υποθέσεις. Στο Κατάρ κατά τη διάρκεια του μήνα Ραμαντάν είναι απαγορευμένη η δημόσια κατανάλωση τροφής, η χρήση αλκοόλ υπόκειται σε αυστηρούς περιορισμούς ενώ για περιπτώσεις φόνου επιτρέπεται η ανταλλαγή χρήματος αντί για αίμα (καταβάλλεται χρηματική αποζημίωση στους συγγενείς του θύματος από τον δράστη). Όπως σε όλες τις χώρες του Αραβικού Κόλπου έτσι και στο Κατάρ εφαρμόζεται ο θεσμός του νόμου της ‘kafala’. Πρόκειται για αραβικό νομικό όρο που αναφέρεται στην μονομερή ανάληψη δέσμευσης παροχής υποστήριξης και φροντίδας σε συγκεκριμένα ορφανά ή εγκαταλελειμμένα παιδιά ως την ενηλικίωσή τους. Στο ισλαμικό δίκαιο ο θεσμός της υιοθεσίας αγνοείται. Στο Μπαχρέιν, δυστυχώς, ο θεσμός της ‘kafala’ υποκρύπτει σε πολλές περιπτώσεις επιβίωση της δουλείας.
Υπάρχουν δυτικές χώρες που είτε έχουν υιοθετήσει στο νομικό τους σύστημα ρυθμίσεις της Σαρία σε ορισμένους τομείς, όπως η Ελλάδα και η πολιτεία Quebec του Καναδά, ενώ στη Βρετανία λειτουργούν νόμιμα μουσουλμανικά ιεροδικεία που εφαρμόζουν τη Σαρία και οι αποφάσεις τους είναι σεβαστές από τις βρετανικές αρχές.
Βασισμένο στις αρχές και στους κανόνες της Σαρία έχει διαμορφωθεί ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που εφαρμόζεται από εμπορικές και επενδυτικές τράπεζες σε πολλές χώρες στον κόσμο.
Τέλος υπάρχουν χώρες με μουσουλμανικό πληθυσμό, όπως το Αζερμπαϊτζάν, το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν και η Αλβανία που δεν εφαρμόζουν θεσμούς του ιερού μουσουλμανικού νόμου στο νομικό τους σύστημα. Παρόλα αυτά υπάρχει ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό του πληθυσμού τους αυτών των χωρών, που είτε επιδιώκει η Σαρία να γίνει νομικό σύστημα του κράτους, είτε εφαρμόζει τους κανόνες της Σαρία εκτός των πλαισίων της νομιμότητας που αναγνωρίζει το κράτος.
Η δικαιοταξία της Σαρία καθώς πηγάζει από ένας ιερό κείμενο το Κοράνιο και από την ιερή παρακαταθήκη που συνάπτεται με τη ζωή του Προφήτη Μωάμεθ, τη Σούννα, αντιμετωπίζεται από την πλειοψηφία των Μουσουλμάνων ως ένα ‘ιερό’ σύστημα δικαίου, για τούτο και χρησιμοποιείται ως συνώνυμο στην ελληνική γλώσσα συνήθως η διατύπωση «ιερός μουσουλμανικός Νόμος». Και σε άλλους πολιτισμούς με έντονη θρησκευτική χροιά συστήματα δικαίου χαρακτηρίζονται σαν ιερά. Λόγου χάρη στους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ρυθμίζουν ζητήματα εκκλησιαστικής τάξης και πειθαρχίας, προστίθεται το επίθετο «ιεροί» έτσι ώστε να είναι προφανής η ένθεη έμπνευση ως προς το περιεχόμενο και τις ρυθμίσεις που καθιερώνουν. Η ίδια ιερότητα αποδίδεται στο ιουδαϊκό σύστημα δικαίου που πηγάζει από την Torah, τη Misnah, το Talmud και συστηματοποιείται στις ρυθμίσεις της Halakha. Χωρίς αμφιβολία οι κανόνες που ρυθμίζουν την εκκλησιαστική τάξη και πειθαρχία στην Καθολική Εκκλησία, δεν έλκουν την καταγωγή τους από τη βούληση των ανθρώπων, όπως συμβαίνει με τους νόμους ενός κράτους της Δύσης, αλλά θεωρείται ότι είναι προϊόν της άνωθεν καθοδήγησης της Εκκλησίας. Τα προηγούμενα παρατέθηκαν προκειμένου να καταδειχθεί πως η «ιερότητα» του συστήματος δικαίου της Σαρία δεν αποτελεί αποκλειστικό εφεύρημα του Ισλάμ.
Το σύστημα δικαίου του ιερού μουσουλμανικού Νόμου (Σαρία) δεν έχει κωδικοποιηθεί μέχρι σήμερα. Οι κανόνες και οι ρυθμίσεις που προβλέπει παραμένουν εγκατεσπαρμένες στις πηγές του, στις οποίες πέραν του Κορανίου και της Σούννα, που την αναζητούμε στις αναγνωρισμένες συλλογές Χαντίθ (λόγοι του Προφήτη και περιστατικά από τον βίο του) περιλαμβάνονται σημαντικές αποφάσεις ισλαμικών δικαστηρίων και φάτουα (γνωμοδοτήσεις Ουλεμά, είτε είναι Μουφτήδες (σουννιτικό Ισλάμ), είτε Νομοδιδάσκαλοι, είτε Μολλάδες και Αγιατολλάχ (σιϊτικό Ισλάμ).
Το σύστημα δικαίου Σαρία εμφανίζει ορισμένα σημαντικά κοινά γνωρίσματα με το αγγλικό Κοινό Δίκαιο (Common Law). Και τούτο γιατί εκείνο που έχει σημασία είναι η εξατομίκευση κατά περιπτώσεις των αόριστων ρυθμίσεων του ιερού Νόμου ώστε να παράξουν αποτελέσματα στις εν γένει βιοτικές σχέσεις. Κι εδώ έρχεται ο κεφαλαιώδης ρόλος του Δικαστή (Qadi) που καλείται να εφαρμόσει τη Σαρία και να επιλύσει τις διαφορές που αντιμετωπίσουν εκείνοι που προσφεύγουν στην κρίση του. Στην Ελλάδα όπου επικρατεί το σουννιτικό Ισλάμ και η δικαιοταξία της Σαρία ως προς τις ρύθμιση της προσωπικής κατάστασης, των γαμικών και οικογενειακών σχέσεων και των διαζυγίων και των κληρονομικών σχέσεων αποτελεί τμήμα του δικαιϊκού συστήματος της χώρας λειτουργούν μουσουλμανικά ιεροδικεία και ο Μουφτής ασκεί και το λειτούργημα του Ιεροδίκη (Qadi). Έτσι όπως ο δικαστής του αγγλικού Common Law παράγει με τις αποφάσεις του δίκαιο, το ίδιο συμβαίνει και με τον Μουσουλμάνο Ιεροδίκη που με τις αποφάσεις του παράγει ρυθμιστικούς κανόνες των προσωπικών και των οικογενειακών σχέσεων, αποφαίνεται ως προς τη λύση ενός γάμου και ως προς την επιμέλεια των ανήλικων παιδιών και με αυθεντία εφαρμόζει ό,τι προβλέπει το Κοράνιο σχετικά με τη διανομή περιουσίας στους κληρονόμους ανθρώπου που αποβίωσε. Σε περιπτώσεις, δυστυχώς αρκετά περιορισμένες, που ο Μουσουλμάνος ιεροδίκης εφαρμόζει κατά την άσκηση της δικαιοδοσίας του τις αρχές της ijtihad, μιας μεθόδου ερμηνείας του δικαίου και όχι μόνο, που στηρίζεται στην εκτεταμένη χρήση της λογικής και όχι στην μιμητική αναπαραγωγή από πρότυπα του παρελθόντος, προκειμένου να ρυθμίσει ικανοποιητικά τις βιοτικές σχέσεις και διαφορές, σύμφωνα με τα δεδομένα των περιστάσεων και της εποχής, τότε μοιάζει πολύ περισσότερο με τον «Άγγλο Δικαστική» του Common Law και πραγματικά παράγει κυριαρχικά δίκαιο.
Επομένως το πρόβλημα που συχνά απασχολεί τους Δυτικούς, που τις πιο πολλές φορές ουσιαστικά αγνοούν το δίκαιο της Σαρία ή το αντιμετωπίζουν ως κάτι εξωτικό, απομεινάρι ενός σκοτεινού παρελθόντος, δεν είναι αν η Σαρία είναι συμβατή με τις οικουμενικές δικαιϊκές αξίες, έτσι όπως τουλάχιστον αποτυπώνονται σε διακηρύξεις και συμβάσεις που παράγονται υπό την αιγίδα ή με πρωτοβουλία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ή άλλων σημαντικών περιφερειακών διεθνών οργανισμών (Συμβούλιο της Ευρώπη, Ευρωπαϊκή Ένωση κ.ά.), αλλά πώς εφαρμόζεται. Διότι εάν οι Μουσουλμάνοι Ιεροδίκες αποδέχονταν όσα σημαντικά αποτύπωσε στη σύντομη δήλωσή του ο Δρ Abdul Fatah Idris και εφάρμοζαν με την τόλμη που απαιτείται να διακρίνει κάθε Δικαστή τη μέθοδο και τις αρχές της ijtihad, τότε δεν θα υπήρχαν περιθώρια για αμφισβητήσεις του κύρους της Σαρία, ούτε θα τολμούσε κάποιος να επισύει ως φόβητρο κατά του οικουμενικού πολιτισμού, πραγματικά βάναυσες αποφάσεις ισλαμικών δικαστηρίων στο Πακιστάν, στο Ιράν ή αλλού.
Υπάρχει και ένας άλλος παράγοντας, που αδικεί το Ισλάμ ως κουλτούρα και πνευματικότητα. Στο Ισλάμ δεν υπάρχει μια αρχή που με αποκλειστικό κύρος και αυθεντία επιβάλλει στους πιστούς το ορθό και το δίκαιο και αυτοί με τη σειρά τους οφείλουν χωρίς αντιρρήσεις να αποδεχθούν και να το εφαρμόσουν. Στο Ισλάμ, σουννιτικό ή σιϊτικό, κάθε χαρισματικός ιμάμης ή μολλάς ή απλά εμπνευσμένος Μουσουλμάνος χαράζει τη δικιά του γραμμή ερμηνείας του τί είναι Ισλάμ, πώς ερμηνεύεται η Σαρία κ.λπ.. Δυστυχώς είναι σημαντικά περισσότεροι, όχι μόνο στις παραδοσιακά μουσουλμανικές χώρες αλλά και στις χώρες της Δύσης οι Μουσουλμάνοι «ηγέτες» που θεωρούν ότι η καθαρότητα του Ισλάμ έχει περιχαρακωθεί χρονικά στον 7ο αιώνα μ.Χ., τότε δηλαδή που έζησε ο ίδιος ο Προφήτης Μωάμεθ, οι στενοί Σύντροφοί του (Sahabi), τα μέλη της Οικογένειάς του (Ahlul Bayt) και οι τέσσερεις δίκαιοι διάδοχοί του (οι Χαλίφηδες Abu Bakr, Umar ibn al-Khattab, Uthman ibn Affan και Ali ibn Abi Talib). Οπότε αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι η εφαρμογή της Σαρία γίνεται με κριτήριο το απώτατο, σε σχέση με την εποχή μας, παρελθόν και οπωσδήποτε με υποδείγματα που δεν είναι διόλου συμβατά με τις συνθήκες των καιρών μας και ιδίως με τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν σε μια χώρα της Δύσης. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι, αυτού του είδους τα προσκολλημένα σε μια φαντασιακή καθαρότητα του παρελθόντος μουσουλμανικά ιεροδικεία, που επικαλούνται ένα Ισλάμ ανακόλουθο προς τις γενικά αποδεκτές αξίες της ανθρωπότητας στην εποχή μας, εφαρμόζουν ένα σύστημα δικαίου, που προσβάλλει τον σύγχρονο δικαιϊκό πολιτισμό και ακυρώνει τις αρχές προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Πρόκειται για δυναμική έκφραση της ολοκληρωτικής ιδεολογίας που έχει οικοδομηθεί στις σχολές ισλαμικής σκέψης των Salafi, Wahhabi και Qutbi, και αντιπαρατίθεται ακόμα και με τη διασπορά της βίας και του τρόμου σ’ αυτό που αποκαλούν Δύση.
Μετά τα βαθειά τραύματα που είχε υποστεί η σύνολη ανθρωπότητα μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τους νεκρούς που έμεναν ακόμα άθαφτοι και ήταν θύματα ιδεολογικής βίας διακρίσεων και ρατσισμού, μια πράξη ανασυγκρότησης, που χαρακτηρίστηκε επίτευγμα, ήταν η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, που ψήφισε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 1948. Δεν υπήρξαν αμφιβολίες ότι το κείμενο της Οικουμενικής Διακήρυξης έγινε καθολικά αποδεκτό. Οι μουσουλμανικές χώρες, που εκείνη την εποχή οι περισσότερες γεύονταν για πρώτη φορά τους καρπούς των αγώνων των λαών τους για ελευθερία και ανεξαρτησία δεν είχαν θεωρήσει πως οι αρχές της Διακήρυξης ήταν αντίθετες προς τις αρχές του Ισλάμ. Μόνον η Σαουδική Αραβία, απείχε από την ψηφοφορία έγκρισης της Διακήρυξης, μη τολμώντας να την καταψηφίσει. Μάλιστα ένας από τους συντάκτες του ιστορικού και συνάμα επίκαιρου κειμένου της Οικουμενικής Διακήρυξης υπήρξε ο τότε υπουργός Εξωτερικών του Πακιστάν Sir Muhammad Zafrulla Khan, διαπρεπής νομικός και σημαντικός Μουσουλμάνος διανοούμενος. Ο Zafrulla Khan μάλιστα έχει γράψει μια ενδιαφέρουσα μελέτη με τίτλο ‘Islam and Human Rights’ (Islam International Publications Ltd. πέμπτη έκδοση 1999, Ηνωμένο Βασίλειο), στην οποία καταδεικνύεται με λεπτομερή ανάλυση των επί μέρους διατάξεων της Διακήρυξης η εναρμόνισή τους με τις αξίες του Ισλάμ. Παρόλα αυτά, μουσουλμανικοί κύκλοι και συγκεκριμένα ένα συλλογικό όργανο με την επωνυμία ‘Ισλαμικό Συμβούλιο’ και έδρα στο Λονδίνο εξέδωσε το 1981 την ‘Universal Islamic Declaration of Human Rights’ Ισλαμική Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (21 Dhul Qaidah 1401 ή 19 Σεπτ. 1981). Αν και το συγκεκριμένο κείμενο δεν έχει ασκήσει κάποια αξιόλογη επιρροή σε μουσουλμανικές χώρες είναι ενδιαφέρον ως αντι-διακήρυξη εκ μέρους μερίδας Μουσουλμάνων και αμφισβήτησης του κύρους της Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων. Θα περιοριστώ να αναφέρω ότι όσον αφορά τη γυναίκα, η παρουσία της στις διατάξεις αυτού του κειμένου είναι αναιμική και μόνον όσον αφορά το δικαίωμά της να συνάψει γάμο!
Το 1981, μετά την ισλαμική επανάσταση στο Ιράν, ο αντιπρόσωπος της χώρας στον Ο.Η.Ε. Said Rajaie-Khorassani αμφισβήτησε το κύρος της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων υποστηρίζοντας πως πρόκειται για «μια εκκοσμικευμένη (secular) κατανόηση της ιουδαιο-χριστιανικής παράδοσης» που δεν μπορεί να εφαρμοσθεί από Μουσουλμάνους χωρίς να παραβούν τον ισλαμικό νόμο. Εκτός από το Ιράν αμφισβητήθηκε το κύρος της Οικουμενικής Διακήρυξης από τη Σαουδική Αραβία και το Σουδάν. Τον Αύγουστο του 1990 στο Κάιρο, οι υπουργοί Εξωτερικών χωρών μελών (45) του Οργανισμού της Ισλαμικής Διάσκεψης ψήφισαν τη ‘Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων στο Ισλάμ’ γνωστή διεθνώς ως «Cairo Declaration on Human Rights in Islam (CDHRI)», προκειμένου να αποτελεί ένα εργαλείο για τις χώρες μέλη της Διάσκεψης σε υποθέσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Εκείνο που χωρίς ενδοιασμούς μπορεί να διατυπωθεί είναι πως η ‘Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων στο Ισλάμ’ του Καΐρου αντιλαμβάνεται τα ανθρώπινα δικαιώματα κολοβωμένα και πως μια απλή ανάγνωση του κειμένου αυτού προκαλεί εντύπωση που η Διακήρυξη αγνοεί τη γυναίκα, θύμα επί αιώνες εντελώς άδικων και παράλογων διακρίσεων, σχεδόν σε κάθε γωνιά του πλανήτη μας. Ίσως δεν είναι περιττό, με σημερινά δεδομένα, να σημειώσουμε τα εξής σχετικά με τη σύνθεση του Οργανισμού της Ισλαμικής Διάσκεψης. Σήμερα ο Οργανισμός έχει 57 μέλη, από τα οποία μόνον τρία (3) έχουν δημοκρατικό πολίτευμα! Και επίσης από αυτά τα 57 κράτη-μέλη, μόνον τρία (3) μπορεί να θεωρηθούν ότι κατοχυρώνουν την άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών!
Η ισλαμοφοβία που μετά την 11/9 κατέλαβε πολλές κοινωνίες σε δυτικές χώρες ως μαζική φρενίτιδα, κάθε άλλο παρά υγιή αντίδραση αποτελεί στους Ισλαμιστές Μουσουλμάνους. Ο λόγος είναι πολύ απλός. Άκριτα, δίχως επίγνωση εκτρέφονται παράλογες προκαταλήψεις στις μάζες και καλλιεργείται ένα τυφλό μίσος με αποδέκτες περισσότερους από 1,5 δισεκατομμύριο συνανθρώπους μας απλά και μόνο γιατί είναι Μουσουλμάνοι! Από την άλλη μεριά βέβαια είναι γεγονός, ότι τα παραδοσιακά αντιδραστικά καθεστώτα σε χώρες με μουσουλμανική πλειοψηφία, ακυρώνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες στις επικράτειές τους, προσβάλλουν με χυδαιότητα και βάρβαρο τρόπο την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και γενικότερα την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης, τίθενται στο περιθώριο της Διεθνούς Κοινότητας. Τούτο ενισχύεται από το γεγονός που είναι πλέον αναμφίβολα βέβαιο, ότι κράτη με τέτοια καθεστώτα, που επιχειρούν να επιστρέψουν ακόμα και βίαια στην «ισλαμική καθαρότητα» του 7ου αιώνα προσφέρουν καταφύγιο σε ισλαμιστές τρομοκράτες, που οργανωμένα και συντονισμένα δρουν εναντίον καθενός που δεν εναρμονίζεται με τις δικές τους απόψεις, ακόμα και αν είναι Μουσουλμάνος! Δυτικές χώρες με προεξάρχουσα τις Η.Π.Α. χάριν ποικίλων συμφερόντων τους όχι απλά ανέχονται τέτοιες αντιδραστικές χώρες, αλλά τις υποστηρίζουν ξεδιάντροπα στην συνεχιζόμενη καταπίεση των λαών τους και με τη στάση τους τις ενθαρρύνουν να προβάλλουν την τήρηση εκ μέρους τους της Σαρία ως άλλοθι στη βαρβαρότητά τους. Στη βαρβαρότητα των κρατών που επικαλούνται ένα στρεβλό και παραμορφωμένο Ισλάμ οφείλουν οι χώρες του κόσμου που επιδιώκουν να τηρούν και να καλλιεργούν τις οικουμενικές ανθρωπιστικές αξίες του κοινού μας πολιτισμού, την μόνη αποτελεσματική αντίδραση, την απομόνωσή τους από τη Διεθνή Κοινότητα και σε καμιά περίπτωση ανοχή στη βαρβαρότητά τους, όποιο λόγο και αν επικαλούνται.
Η Σαρία μπορεί να αναδειχθεί ένα σύστημα δικαίου χρήσιμο και απόλυτα λειτουργικό για ανθρώπους των σύγχρονων κοινωνιών. Προϋπόθεση είναι εκείνοι που καλούνται να ερμηνεύουν τους κανόνες της και να εκδίδουν αποφάσεις επίλυσης διαφορών που αναφύονται σήμερα, να έχουν συνειδητοποιήσει ότι η πορεία του Ισλάμ εξελίσσεται μέσα στο χρόνο διατρέχοντας εποχές και χώρες και κουλτούρες και ότι δεν σταμάτησε με τη δολοφονία του τέταρτου χαλίφη Αλή. Άλλωστε ο ίδιος ο Αλλάχ ανύστακτα παραμένει δημιουργός στο ανορίζον σύμπαν κάθε στιγμή (Σούρα αρ-Ραχμάν 29).