ΓΙΩΡΓΟΣ
ΔΟΥΔΟΣ
Η
πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του
Συμβουλίου της Επικρατείας (660/2018), που
ακύρωσε υπουργική απόφαση, όσον αφορά
το περιεχόμενο της διδασκαλίας του
μαθήματος των θρησκευτικών στα δημοτικά
και στα γυμνάσια της χώρας, επαναφέρει
στο προσκήνιο τις “ιδεολογικές
κατευθύνσεις του ελληνοχριστιανικού
πολιτισμού”, που είχαμε την εντύπωση,
ότι επί τέλους, τούτο το κατασκεύασμα
είχε πεταχτεί στα σκουπίδια!
Ο
‘ελληνοχριστιανικός πολιτισμός’
υπήρξε μια
σύλληψη,
που υιοθετήθηκε ως επίσημη ιδεολογία
του μετεμφυλιακού
ελληνικού κράτους. Δεν
μπορούσε να υπάρξει πιο πανηγυρικός
τρόπος ανακήρυξης του ‘ελληνοχριστιανικού
πολιτισμού’ ως της μόνης κρατικής
ιδεολογίας, από το να περιληφθεί επίσημα
στο Σύνταγμα του 1952 (ΦΕΚ
Α΄ 1).
Συγκεκριμένα, στην συνταγματική διάταξη
του άρθρου 16 παράγραφος 2, αναγράφεται
επί λέξει: “Εἰς
πάντα τά σχολεῖα μέσης καί στοιχειώδους
ἐκπαιδεύσεως ἡ διδασκαλία ἀποσκοπεῖ
τήν ἠθικήν καί πνευματικήν ἀγωγήν καί
ἀνάπτυξιν τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως
τῶν νέων ἐπί τῇ
βάσει τῶν
ἰδεολογικῶν κατευθύνσεων τοῦ
ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ”.
Παρόμοια
υπήρξε η διατύπωση της διάταξης του
άρθρου 17 παράγραφος 1 του Συντάγματος
του 1968, που είχε καταρτίσει το έκνομο
καθεστώς
των
πραξικοπηματιών αξιωματικών της
21/04/1967. Αναφερόμενη η παραπάνω διάταξη
στον σκοπό της παρεχόμενης υπό την
‘ανώτατη εποπτεία του κράτους παιδεία’,
αναγράφει
ότι, βασίζεται “ἐπί τῶν ἀξιῶν τοῦ
ἑλληνικοῦ καί χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ”.
Δεν
πρόκειται να αναφερθώ στις άοκνες
προσπάθειες σύζευξης δύο εντελώς
ανόμοιων μεγεθών, του ελληνισμού και
του χριστιανισμού, αμέσως μετά την
συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους,
προκειμένου το νεόφυτο έθνος, να αποκτήσει
την αναγκαία ιδιοπροσωπία, ώστε να
επιτευχθεί η ενότητα και η συνοχή του.
Το
1907 ιδρύθηκε η Αδελφότητα Θεολόγων ‘Η
Ζωή’, που
έμελλε επί σειρά ετών να διαδραματίσει
πρωτεύοντα ρόλο στην πολιτική ζωή του
τόπου, ιδίως κατά την διάρκεια του
Εμφυλίου και μετέπειτα. Η ‘Ζωή’ είχε
συλλάβει και είχε προσηλωθεί στο όραμα
του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.
Το
1946 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της
‘Ενώσεως
Χριστιανών Επιστημόνων’, δορυφορικής
οργάνωσης της Αδελφότητας ‘Η Ζωή’,
“Ακτίνες”, η “Δήλωση
Ελλήνων
Επιστημόνων, Λογοτεχνών και Καλλιτεχνών”,
που είχαν υπογράψει σημαντικοί
διανοούμενοι. Η
διακήρυξη
καθόριζε “...τήν
κατεύθυνσιν τήν
ὁποία
πρέπει νά
ἀκολουθήση
ὁ
ἑλληνικός
λαός ἐπί
τῶν
μεγάλων βασικῶν
προβλημάτων τῆς
ζωῆς
διά νά
δυνηθῆ
νά
ὑπερνικήση
τάς
δυσχερείας τῶν
καιρῶν
καί
νά
ἐπιτύχη
τήν
πνευματικήν, ἀλλά
καί
τήν
ὑλικήν
ἀναδημιουργίαν
τοῦ
ἔθνους”.
Την
ίδια περίοδο κυκλοφορεί σε εκατόν
πενήντα αντίτυπα η
"Διακήρυξη της Χριστιανικής Ενώσεως
Επιστημόνων",
που
συνοδευόταν και από την “Δήλωση Ελλήνων
Επιστημόνων, Λογοτεχνών και Καλλιτεχνών”,
που
ανέφερα πιο πάνω.
Πίσω
από όλες τις παραπάνω πρωτοβουλίες
βρισκόταν
ο
Αλέξανδρος Τσιριντάνης, που υπήρξε και
ο συντάκτης, τόσο της Δήλωσης των
Επιστημόνων, όσο και της Διακήρυξης της
Χριστιανικής Ένωσης. Ο Χρήστος Γιανναράς
έχει χαρακτηρίσει τα δυο παραπάνω
κείμενα ως ιδεολογικό μανιφέστο της
αντικομμουνιστικής παράταξης, που
μπορεί να είχε αναδειχθεί νικήτρια από
τον Εμφύλιο, αλλά όφειλε να εμφανίσει
και μια ιδεολογία για
να δικαιώσει τη νίκη της.
Ο
καθηγητής του Εμπορικού Δικαίου στο
Πανεπιστήμιο της Αθήνας Αλέξανδρος
Τσιριντάνης, υπήρξε
κορυφαίο στέλεχος της Αδελφότητας
Θεολόγων ‘Η Ζωή’.
Στο περιοδικό “Ακτίνες” έγραφε με το
ψευδώνυμο ‘Π. Μελίτης’ και επιχειρούσε
να οικοδομήσει μια αντικομμουνιστική
πολιτική ιδεολογία, προσηλωμένη στις
χριστιανικές αξίες, κατά την εκδοχή
της
‘Ζωής’.
Χαρακτηριστικά
των απόψεών του είναι οι εξής φράσεις
που είχε
γράψει: “...Ο
Χριστιανισμός δεν είναι και δεν μπορεί
να είναι σοσιαλισμός... Αλλά ο σοσιαλισμός
μόνο μέσα στο Χριστιανισμό, μόνο με τη
χρησιμοποίηση των χριστιανικών
πνευματικών αξιών μπορεί να ξεκινήση...”.
Σε
άλλο του δημοσίευμα πάλι,
είχε
υποστηρίξει
ότι:
“...ο
καπιταλισμός είναι υλισμός με συνέπεια,
που κόβει κάθε πνευματική εκδήλωση στη
ζωή”.
Ο
Τσιριντάνης για να ενισχύσει ιδεολογικά
την αντικομμουνιστική παράταξη, ιδρύει
τον σύλλογο “Το Ελληνικόν Φως”, που το
1950 εκδίδει το βιβλίο μπροσούρα με τίτλο
“Για
μια Καινούργια Ελλάδα”. Ο παραπάνω
σύλλογος είχε στελεχωθεί με ένα σωρό
πανεπιστημιακούς και άλλους διανοούμενους,
που κατά κάποιο τρόπο αποτελούσαν το
“βαρύ πυροβολικό” της μετεμφυλιακής
Δεξιάς, με στόχο να αντιμετωπίσουν και
στο πεδίο της ιδεολογίας με επιτυχία,
τον
Μαρξισμό
των
νικημένων κομμουνιστών.
Ο
‘ελληνοχριστιανικός πολιτισμός’
μορφοποιήθηκε κατά
βάση ως
ιδεολογική κατασκευή από τον Αλέξανδρο
Τσιριντάνη για
να
αποτελέσει τον αντίποδα
της
κομμουνιστικής
ιδεολογίας. Ο Τσιριντάνης υπήρξε
συνεπής και
αξιόλογος “προπαγανδιστής”
της Δεξιάς στον τόπο.
Το
Πάσχα του 1967 κυκλοφόρησε ένας τόμος
εκατόν τριάντα πέντε σελίδων, με τίτλο
“Εμπρός
εις την κρίσιμον καμπήν: Ένα μήνυμα από
περιοδικόν Συζήτησις”.
Περιείχε πέντε άρθρα του Τσιριντάνη,
από το 1966 ως τον Απρίλιο του 1967. Ο τόμος
και το μήνυμά του έχει χαρακτηρισθεί
ως θεωρητικό και πολιτικό μανιφέστο
της 21ης Απριλίου και το εγκόλπιο της
προπαγάνδας της.
Μάλιστα,
η πατρότητα του συνθήματος του καθεστώτος
της συνταγματικής εκτροπής, “Ελλάς,
Ελλήνων, Χριστιανών”, αποδίδεται στον
Αλέξανδρο
Τσιριντάνη.
Το
μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος αναμφίβολα
είχε έντονα
στοιχεία
ολοκληρωτισμού. Ο ακραίος
αντικομμουνισμός
που το χαρακτήριζε, είχε καταδικάσει
ακόμα και στην φυσική εξόντωση ανθρώπους,
που συχνά ολωσδιόλου αυθαίρετα
“στιγματίζονταν” από ένα δίκτυο
επίσημων και ανεπίσημων “ανθρωποφυλάκων”
σαν κομμουνιστές ή συνοδοιπόροι των
κομμουνιστών. Το
μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος υπήρξε
το μόνο ευρωπαϊκό κράτος, που ενώ ο λαός
μας είχε υποστεί τα φοβερά δεινά από
τις δυνάμεις Κατοχής και τους “ιθαγενείς”
συνεργάτες τους, αναγνώρισε σαν δήθεν
αντιστασιακούς, ανθρώπους, που οργανωμένα
και ένοπλα είχαν εναντιωθεί κατά του
λαϊκού κινήματος Εθνικής Αντίστασης.
Από
την άλλη μεριά, επί δεκαετίες, όσοι και
όσες είχαν αγωνιστεί κατά του κατακτητή
της χώρας και των δοσίλογων συνεργατών
του
από
τις τάξεις του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και ΕΛΑΝ,
και της Εθνικής Αλληλεγγύης, όχι μόνο
δεν τιμήθηκαν για την προσφορά τους,
αλλά απεναντίας διώχθηκαν με φυλακίσεις,
με εξορίες και με ποικίλους διωγμούς.
Αυτή η πολιτική του διχασμού του ελληνικού
λαού και των διωγμών κατά των αγωνιστών
της Εθνικής Αντίστασης, επικαλούνταν
σαν όραμα για την μετά το εμφύλιο
πόλεμο
Ελλάδα, τον “ελληνοχριστιανικό
πολιτισμό”. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είχε
γίνει φορέας ιδεολογίας του αντικομμουνισμού
και υποστηρικτής των διωγμών Ελλήνων
και Ελληνίδων. Είναι
αλήθεια,
ότι η Αδελφότητα ‘Ζωή’ διέδωσε την
συχνή εξομολόγηση των Ορθοδόξων, κατά
τα ρωμαιοκαθολικά πρότυπα. Επίσης
είναι αλήθεια, δυστυχώς, ότι
εξομολόγοι της ‘Ζωής’,
εργάστηκαν ως πληροφοριοδότες της
Ασφάλειας, αποκαλύπτοντας τις εξαγορεύσεις
των πιστών, όποτε έκριναν ότι περιείχαν
ενδιαφέροντα στοιχεία για την περιφρούρηση
της εθνικής ασφάλειας, στον αγώνα κατά
του κομμουνισμού!
Η
πλειοψηφία των δικαστών του Συμβουλίου
της Επικρατείας που κατάρτισε την
απόφαση 660/2018 και ακύρωσε υπουργική
απόφαση που καθόριζε το περιεχόμενο
διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών,
διατύπωσε
στο
σκεπτικό της, απόψεις, όχι απλά παρωχημένες,
αλλά επικίνδυνες για το μέλλον της
ελληνικής κοινωνίας. Εξέφρασε
έναν τρόπο σκέψης, που παραπέμπει στην
‘Ελλάδα των Ελλήνων Χριστιανών’ και
στα δεδομένα του πρώιμου μετεμφυλιακού
κράτους, με επίσημη κρατική ιδεολογία
τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό!
Οι
δικαστές που υπήρξαν αυτουργοί της
παραπάνω απόφασης, εναντιώνονται σε
μια Ελλάδα με ανοιχτή κοινωνία, με
φιλελεύθερους θεσμούς, όπου η Ορθόδοξη
Εκκλησία θα μπορεί να λειτουργεί και
να προσφέρει καθετί θετικό, πρώτιστα
στους πιστούς της, αλλά και στο κοινωνικό
σύνολο, χωρίς να
διαθέτει ασφυκτικούς
μηχανισμούς επιβολής των δικών της
απόψεων στο σύνολο των πολιτών. Οι
δικαστές που κατάρτισαν την παραπάνω
απόφαση, φανέρωσαν, χωρίς κοινωνική και
πολιτική ευαισθησία,
ότι ως λειτουργοί
της δικαστικής λειτουργίας του κράτους,
καταχράσθηκαν
την
λειτουργική εξουσία τους. Επέτρεψαν,
να παρεισφρήσουν
οι
υποκειμενικές
υπερσυντηρητικές τους απόψεις, σε μια
δικαστική απόφαση,ερμηνεύοντας
πέρα ως πέρα στρεβλά νομικές διατάξεις.
Με την απόφασή τους έδειξαν πως δεν
έχουν συναίσθηση πόσο κακό έχουν
προσθέσει τόσο
στην
χώρα, όσο και στην
ίδια την Ορθόδοξη Εκκλησία, οι
υποκειμενικές απόψεις τους. Επί πλέον
όμως, ως νομικοί, αποδείχτηκαν ανεπαρκείς
ως προς την κατανόηση της διεύρυνσης
της νομοθεσίας που ισχύει στην Ελλάδα,
όσον αφορά ζητήματα ελευθερίας των
θρησκευμάτων και ότι δεν είναι ανεκτή
πλέον η διδασκαλία ενός κατηχητικού
μαθήματος θρησκευτικών, από το σχολείο
που απευθύνεται στους πάντες, χωρίς
διακρίσεις με βάση το θρήσκευμα ή την
πολιτισμική ή φιλοσοφική κοσμοθέαση....
©ΓΙΩΡΓΟΣ
ΔΟΥΔΟΣ
23/03/18
No comments:
Post a Comment