Συχνά ακαδημαϊκοί θεολόγοι και στοχαστές, αλλά και
ηγέτες διαφόρων θρησκευμάτων αναλίσκονται στη διοργάνωση και τη συμμετοχή τους
διαθρησκειακών συνάξεων. Σ’ αυτές τις πρωτοβουλίες, που δεν αξίζει να αντιμετωπισθούν
με αρνητική προκατάληψη, επιχειρείται να γκρεμιστούν τα τείχη της άγνοιας που
συντηρούν αποστάσεις ανάμεσα στα θρησκεύματα της ανθρώπινης οικογένειας και να
ανακαλυφθούν κοινά σημεία επαφής και επικοινωνίας μεταξύ των πιστών
διαφορετικών πνευματικών παραδόσεων. Συνήθως όμως αυτές οι συνάξεις ελάχιστα
καταφέρνουν που να αφορούν το μεγάλο πλήθος των απλών πιστών. Περιορίζονται στο
να εμπλουτίζουν τα βιογραφικά πανεπιστημιακών που αναγράφουν τη συμμετοχή τους
σε συνέδρια ή ημερίδες διαθρησκειακού ενδιαφέροντος ή ακόμα οι θρησκευτικές
κοινότητες προβάλλουν τις πρωτοβουλίες τους για διαθρησκεική καταλλαγή, ως ένα
μέσο ιδιότυπης άσκησης διεθνών δημοσίων σχέσεων σ’ ένα ούτως ή άλλως
παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Οι πιστοί κουβαλούν τις προκαταλήψεις τους
απέναντι στους άλλους, στους αλλόπιστους ή στους ετερόδοξους, που τους προσδιορίζουν
με τα επίθετα «άπιστος» ή «αιρετικούς» με έντονη αρνητική φόρτιση στις λέξεις
αυτές.
Στην ιστορία των πνευματικών αναζητήσεων, στο
ημερολόγιο του υπέροχου ταξιδιού διψασμένων οδοιπόρων στις ατραπούς της
Αλήθειας, υπάρχουν καταγραφές που συγκινούν και διεγείρουν τη συνείδηση εκείνων
που έχουν αφεθεί στο χάδι των πνοών του Πνεύματος, δίχως επιφυλάξεις….
Άνθρωποι που κατά τα φαινόμενα ακολουθούν διαφορετικές
πίστες και πνευματικές παραδόσεις συναντούνται και σμίγουν, δίχως να ενδίδουν
στον πειρασμό του συγκρητισμού και χωρίς να προδίδουν το μαργαριτάρι της
συνείδησής τους…. Κατά τρόπο απερινόητο και μυστικό βρίσκουν μεταξύ τους κοινά
σημεία που τους ενώνουν βιώνοντας την αλήθεια, πως υπάρχει Κάποιος μεγαλύτερος
του ιερού (Ματθ. 12:6).
Ο Μεβλανά Τζελαλεντίν Ρουμί προτού ακόμα έρθει η ώρα
της αναχώρησής του από τούτο τον κόσμο, είχε αφήσει παρακαταθήκη σε μαθητές και
συγγενείς, πάνω στον τάφο του να χαράξουν αυτές τις λέξεις:
«Όταν θα είμαστε νεκροί,
να μη γυρέψεις
τον τάφο μας πάνω στη γη.
Ψάξε στις καρδιές των ανθρώπων».
Όσο περνούν τα χρόνια, αφότου πέρασε
στην άλλη ζωή ο άγιος ιδρυτής του ταρικάτ των
Μεβλεβήδων, η
μνήμη του όχι μόνο δεν υποχωρεί μπροστά στην πίεση του χρόνου, μα απεναντίας,
όλο και περισσότεροι άνθρωποι τον γνωρίζουν. Άλλοι μελετούν τα υπέροχα γραπτά
του, κι άλλοι συναντώντας σύγχρονους μαθητές του σχεδόν σε κάθε γωνιά της
οικουμένης. Όσες και όσοι γνωρίζουν τον ευλογημένο Τζελαλεντίν Ρουμί
γοητεύονται από την παρουσία του, αφού στ’ αλήθεια, ποτέ δεν εγκατέλειψε τη γη,
μετά το πέρασμά του στο επέκεινα, αλλά βρήκε καταφύγιο σε ανθρώπινες καρδιές.
Είναι γνωστό πως ο Δάσκαλος Ρουμί,
μολονότι ο ίδιος ήταν βαθύτατα πιστός Μουσουλμάνος, εντούτοις, μιμούμενος το
παράδειγμα του Προφήτη Μοχάμεντ, είθε να αναπαύεται ειρηνικά, ποτέ δεν επιδίωξε
να επιβάλλει την πίστη του σε οποιονδήποτε και τιμούσε ειλικρινά τους ανθρώπους
κάθε θρησκευτικής πίστης. Ιδιαίτερα τιμούσε τους Χριστιανούς, αλλά και τους
Εβραίους, και όσους ακολουθούσαν τις διδαχές του Ζωροάστρη. Για τούτο κατά την
κηδεία του, μια παγωμένη μέρα του Δεκέμβρη του 1273, το Ικόνιο είχε παραλύσει.
Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι, κάθε φυλής, γλώσσας και θρησκείας συνόδευαν το σκήνωμα
του Μεβλανά. Ένας Χριστιανός τη μέρα
της κηδείας του Ρουμί έκλαιγε απαρηγόρητα και ρωτήθηκε από έναν ξένο που
φιλοξενούσε, γιατί τόση οδύνη. Η απάντηση ήταν η ακόλουθη: «Τιμούμε τον Μεβλανά, σαν τον Μωυσή, σαν τον
Δαβίδ και τον Ιησού της εποχής μας. Όλοι μας είμαστε ακόλουθοι και μαθητές του»!
Υπήρχαν στενοί μαθητές του Ρουμί που
διατηρούσαν την πίστη τους και κανένας δεν τους πίεζε να ασπαστούν το Ισλάμ.
Άλλοι πάλι προέρχονταν από διάφορα μιλέτια, Ρωμιοί, Αρμένηδες, Εβραίοι κι ενώ
είχαν γίνει δεκτοί στην αδελφότητα των Μεβλεβή, απαγγέλλοντας τη σιαχάντα, εντούτοις δεν είχαν κόψει τους
δεσμούς με το μιλέτι της καταγωγής τους.
Θα σας διηγηθώ με λίγα λόγια δύο
ιστορίες που αναφέρονται σε δύο Ρωμιούς μαθητές του ευλογημένου Μεβλανά.
Στην Κωνσταντινούπολη του 18ου
αιώνα ζούσε ένας νέος από την Πελοπόννησο, με τ’ όνομα Πέτρος, που είχε
αφιερωθεί στη μελέτη της μουσικής. Είχε ξεκινήσει απ’ το χωριό του, κάπου στη
Λακωνία και βρέθηκε στην βασιλεύουσα της μεγάλης Αυτοκρατορίας, αφού
προηγουμένως έμεινε αρκετά στη Σμύρνη. Ήδη γνώριζε καλά την ψαλτική τέχνη της
εκκλησίας. Η φωνή του λέγεται πως έμοιαζε του αηδονιού. Έτσι σχεδόν αμέσως, με το που έφτασε στην
Πόλη, τον προσέλαβαν στον πατριαρχικό ναό, ως χοράρχη του αριστερού χορού των
ψαλτάδων, εξ ου και ο επιθετικός προσδιορισμός που συνήθως συνοδεύει το όνομά
του, Πέτρος ο Λαμπαδάριος, ενώ είναι γνωστός και ως Πελοποννήσιος.
Λέγεται πως ενόσω βρισκόταν στη Σμύρνη
είχε γίνει δεκτός σε ντέργκα των Μεβλεβή δερβίσηδων, όπου πλούτισε ακόμα
περισσότερο τις μουσικές γνώσεις του. Στην Πόλη εκτός από την άσκηση της
ψαλτικής τέχνης στο Πατριαρχείο, δίδασκε μουσική σε εκκλησιαστικό σχολείο των
Αρμενίων. Λέγεται ακόμα πως στην αδελφότητά του, του είχαν δώσει το επίθετο χιρσίζ, που σημαίνει κλέφτης ή ληστής
αλλά συμβολίζει εκείνον που κλέβει τη δύναμη του κακού και το καθιστά ακίνδυνο.
Έγραψε σπουδαία κομμάτια
εκκλησιαστικής βυζαντινής μουσικής που τιμώνται ως σήμερα από τους ψαλτάδες της
ορθόδοξης εκκλησίας. Πέραν της εκκλησιαστικής ο Πέτρος ο Λαμπαδάριος είχε
συνθέσει και εκατό περίπου έργα κοσμικής μουσικής, όπου χρησιμοποιεί οθωμανικές
κλίμακες και ρυθμούς, αλλά στίχους ελληνικούς. Λέγεται πως ο Πέτρος δεν
νυμφεύθηκε, μετά από μια ερωτική απογοήτευση που του έτυχε. Σ’ ένα από τα
τραγούδια του οι στίχοι λέγουν τα εξής:
«Σαν δεν ήθελες φιλίαν, τί με
έδιδες αιτίαν;
Εγώ θα
αποφασίσω σαν δερβίσης πια να ζήσω.
Όλα πλέον τα του κόσμου να τα βγάλω απ’
εμπρός μου. Και συ μ’ έδωκες αιτία, και λοιπόν γιατί η
κακία;»
Όταν ο Πέτρος αποδήμησε (1777) την
εξόδιο ακολουθία τέλεσε ο ίδιος ο Πατριάρχης της εποχής συνοδευόμενος από
αρχιερείς του Θρόνου, πρεσβυτέρους και διακόνους, όπως αρμόζει σε τέτοιες
περιπτώσεις. Η ταφή του έγινε στα ρωμέικα μνήματα. Ο Σεΐχης του Πέτρου,
συνοδευόμενος από Δερβίσηδες έλαβαν την άδεια να παραβρεθούν στην κηδεία. Όσο
διαρκούσε η ακολουθία κατά την τάξη της εκκλησίας, στέκονταν λιγάκι παράμερα.
Αφού τελείωσε η τελετή και απομακρύνθηκαν ο Πατριάρχης και οι λοιποί κληρικοί,
ο Σεΐχης και οι άλλοι αδελφοί του Πέτρου
από την ντέργκα των Μεβλεβί της Πόλης πλησίασαν στο μνήμα του. Απάγγειλαν
σχεδόν σιωπηλά τη ‘Φάτιχα’, ο
Σεΐχης ψιθύρισε από καρδιάς και ορισμένες άλλες προσευχές, ενώ στο τέλος όλοι
μαζί, με χαμηλή φωνή έψαλλαν ιλαχί, από
εκείνα που με μοναδική χάρη έψελνε ο Πέτρος όσο ζούσε. Πριν απομακρυνθούν από
τον τάφο του Πέτρου, ένας Δερβίσης κλαίγοντας και κρατώντας ένα νέι στα
χέρια, κατέβηκε στο ανοιγμένο ακόμα μνήμα, και απόθεσε στην αγκαλιά του
κεκοιμημένου το νέι, λέγοντας με αναφιλητά: «Αλησμόνητε δάσκαλε, δέξου και από μας, τους ορφανούς μαθητές σου, το στερνό τούτο δώρο, για να συμψάλλεις
με τούτο στον Παράδεισο μαζί με τους αγγέλους».
Κατά την περίοδο του μεσοπολέμου έζησε
στην Κωνσταντινούπολη ένας Ρωμιός Δικηγόρος, ο Αδαμάντιος Κετσέογλου, καταγόμενος
από την περιοχή της Καισαρείας. Ο Κετσέογλου διατηρούσε γραφείο στο Γαλατά και
πέραν της επιστημονικής κατάρτισής του στη Νομική Επιστήμη είχε μια βαθειά
καλλιέργεια ως προς την τουρκική γλώσσα και φιλολογία. Ήταν τουρκόφωνος και
ίσως να αγνοούσε ή να είχε ελάχιστη γνώση της ελληνικής γλώσσας.
Ο Αδαμάντιος Κετσέογλου ήταν Μεβλεβή
δερβίσης και το μυητικό όνομά του ήταν ‘Yaman Dede’.
Ο τίτλος του ‘Dede’ που έφερε είναι ενδεικτικό πως
στην ιεραρχία της αδελφότητας είχε υψηλή θέση.
Ο Κετσέογλου έχει γράψει στην τουρκική
γλώσσα πεζά κείμενα και ποιήματα, που κυρίως αναδεικνύουν την αφοσίωσή του στον
Δάσκαλο Τζελαλεντίν Ρουμί και στα βιώματα που είχε αποκτήσει όντας Μεβλεβή
δερβίσης. Φαίνεται πως στην εποχή του θεωρούνταν αξιόλογος συγγραφέας, διότι
έργα του είχαν δημοσιευθεί σε διάφορα φιλολογικά περιοδικά, ενώ ο ραδιοφωνικός
σταθμός της Άγκυρας είχε μεταδώσει, είτε λογοτεχνικά κείμενά του, είτε
φιλολογικές διαλέξεις του.
Στη συνέχεια αντιγράφω δύο ποιήματα
του Κετσέογλου στην τουρκική γλώσσα.
MEVLEVİ AYINLARININ İCRASINDAN
EVVEL OKUNAN NA’TIN FARISICA METNI
Ya habıbullah Resûlu Hâlıkı yekta tüyi
Ber güzini Zülcelahı pâkü bihemtâ tüyi,
Nazenini Hazreti Hak sadrü bedri kaîmat,
Nurı çeşmi Enbiya çesmıçerağı ma tüyi,
Der şebi Mir’ac
bûde Gebrecil ender rikâb,
Pâ nıhâde ber seri nüh künbedı hazrâ tüyi,
Ya resulallah tü dane ümmetanet acızent,
Rehnumayı acızanı bı serü bı pa tüyi
Sevri bostanı rizalet nev beharı marifet
Gülbüni bağı şerıat sünbülı bâlâ tüyi,
Şemşi Tebrizî ki daret na’tı Peyğamber ziber
Mustafa vü Mücteba am seyidi âlâ tüyi.
ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ‘ΟΝΕΙΡΟΝ’
Ateş est in banki nay-ü nıst bad
Her ki in ateş nedarek nist bad
Ateşi aşket kender ney fütad
Cüşişi aşket kender fütad.
Hemçu Ismail pişeş ser binih
Şad–ü-handan tü humes mehan
An güli sürhest tü humes mehan
Mesti aklest o tü mecnuşeş mehan.
Ο Τζελαλεντίν Ρουμί υπήρξε και συνεχίζει
να είναι ένα από τα πλέον λαμπερά φώτα της ανθρωπότητας, που με τη ζωή και το
έργο του αναδείχθηκε Οικουμενικός Δάσκαλος. Μέσα στην αγάπη του χωρούσαν όλοι
οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως φυλής, γλώσσας και πίστης.
Είθε να αναπαύεται η άγια Ψυχή του
Μεβλανά στον απαράμιλλο νοητό τόπο όπου οι δίκαιοι αξιώνονται στη θέα του Φωτός
του Αλλάχ!
Για
τη σύνθεση αυτού του κειμένου πληροφορίες αλιεύθηκαν από άρθρο του Γιάννη Πλεμμένου: Πέτρος Λαμπαδάριος, ένας
Πελοποννήσιος δερβίσης (Το ΒΗΜΑ της Κυριακής 18.07.1999), από το βιβλίο του
Βλαδίμηρου Μιρμίρογλου: Οι Δερβίσσαι
1940,( επανέκδοση ΕΚΑΤΗ) και από το επίτομο έργο του Reynold A. Nicholson: Rumi, poet and mystic, Oneworld
Oxford 1995.