Η ΥΒΡΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΔΟΥΔΟΣ
Οι Μητροπόλεις των λεγόμενων Νέων Χωρών στην
ελληνική επικράτεια ανήκουν στην κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού
Πατριαρχείου, αλλά η διοίκησή τους ασκείται επιτροπικά, σύμφωνα με τους όρους
της Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξης του 1928, από την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της
Ελλάδος. Το καθεστώς αυτό είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο, όπως συνάγεται από
τη διάταξη του άρθρου 3 παράγρ. 1 του Συντάγματος, που αναφέρει επί λέξει ότι: H
Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, …είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Iερά
Σύνοδο των εν ενεργεία Aρχιερέων και από τη Διαρκή Iερά Σύνοδο που προέρχεται
από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Kαταστατικός Xάρτης της Eκκλησίας, με
τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Tόμου της κθ΄ (29) Iουνίου 1850 και της
Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928.
Ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος
(νόμος 590/1977) στη διάταξη του άρθρου 1 παράγρ. 3 αναφέρει τα εξής: Η Εκκλησία της Ελλάδος περιλαμβάνει
τας Μητροπόλεις της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, συμφώνως προς τον από
29ης Ιουνίου 1850 Πατριαρχικόν και Συνοδικόν Τόμον και τας από Ιουλίου 1866 και
Μαΐου 1882 Πατριαρχικάς Συνοδικάς Πράξεις και τας Μητροπόλεις των Νέων Χωρών,
συμφώνως προς την από 4ης Σεπτεμβρίου 1928 Πατριαρχικήν και Συνοδικήν Πράξιν
του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ενόψει της αδιαμφισβήτητης ανώτατης κανονικής δικαιοδοσίας
του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών (Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης και Νήσων του
Αιγαίου), κατόπιν Πατριαρχικής και Συνοδικής αποφάσεως προσκλήθηκε να
συμμετάσχει στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που θα
συνέλθει στην Κρήτη τον Ιούνιο, ως μέλος της Αντιπροσωπείας του Οικουμενικού
Θρόνου, ο Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας Ιωήλ. Η πρόσκληση
διαβιβάστηκε προς την Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και τελικά
εκδόθηκε στις 11 Μαΐου 2016, σύμφωνα με το σχετικό ανακοινωθέν η εξής απόφαση: Κατόπιν
εγγράφου του Σεβ. Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κ. Ιωήλ επί της
προσκλήσεως της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου να μετάσχει ως
Μέλος της Πατριαρχικής Αντιπροσωπείας στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, η Δ.Ι.Σ.
αποφάσισε να μην επιτρέψει την κατά τα ανωτέρω συμμετοχή του, λαβούσα υπ’ όψιν
αφ’ ενός μεν ότι η Πατριαρχική Πράξη του 1928 δεν περιλαμβάνει κάτι σχετικό,
αφ’ ετέρου δε τυγχάνει κανονικώς άτοπο να μετέχει ο αυτός Ιεράρχης σε Συνοδικά
Όργανα δύο Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
Η άρνηση της Δ.Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος
να επιτρέψει έναν Ιεράρχη, που η Μητρόπολη που διαποιμαίνει, κανονικά ανήκει στην Εκκλησία της
Κωνσταντινουπόλεως, προκαλεί κατάπληξη και εκτός του ότι είναι εντελώς αβάσιμη,
υποδηλώνει αναμφίβολα διάθεση ρήξης μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδος και του
Οικουμενικού Θρόνου, χωρίς να υπάρχει βάσιμος λόγος, με εκκλησιαστικά κριτήρια.
Πρέπει να επισημανθούν δύο πράγματα. Πρώτον,
ότι ο άγιος Εδέσσης δεν καλείται να συμμετάσχει στην διοικούσα το Οικουμενικό
Πατριαρχείο Ιερά Σύνοδο, αλλά στην Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της
Κωνσταντινουπόλεως, που θα λάβει μέρος στην Μεγάλη Σύνοδο της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, κορυφαίου εκκλησιαστικού γεγονότος. Τα επιχειρήματα της απόφασης της
Δ.Ι.Σ., ότι κάτι παρόμοιο δεν προβλέπεται στην Πατριαρχική Πράξη του 1928 και
ότι είναι «κανονικώς άτοπο να μετέχει ο
αυτός Ιεράρχης σε Συνοδικά Όργανα δύο Αυτοκεφάλων Εκκλησιών», είναι πέρα ως
πέρα αβάσιμα και προκλητικά υβριστικά έναντι του Οικουμενικού Θρόνου, ιδίως με
την χρήση των λέξεων «κανονικώς άτοπο».
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ποτέ δεν παραιτήθηκε από τα κανονικά δικαιώματά του
στις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών. Επιτροπικά ανέθεσε στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία
της Εκκλησίας της Ελλάδος, μόνο την διοίκηση αυτών των εκκλησιαστικών επαρχιών
του Θρόνου, για λόγους που είχαν σχέση με πολιτικές συγκυρίες της εποχής. Μια Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη, όπως αυτή
του 1928, που επιγράφεται «Περί τῆς Διοικήσεως τῶν
Ἱερῶν Μητροπόλεων τῶν Νέων Χωρῶν», είναι φαιδρό να απαιτείται να ρυθμίζει
μελλοντικές περιπτώσεις, που ούτως ή άλλως αναφέρονται σε ανούσιες και
τριτεύουσας σημασίας λεπτομέρειες, όταν ρυθμίζεται το ζητούμενο μείζον και
κεφαλαιώδες θέμα. Το σημαντικό ζήτημα που έχει ρυθμιστεί κανονικά με την Πράξη
του 1928 είναι η απαρασάλευτη κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Θρόνου στις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών και η ανάθεση
εκ μέρους της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως της διοίκησής τους συνοδικά,
στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος, επιτροπικώς, δηλαδή προσωρινώς, σύμφωνα
με το νόημα που έχουν οι λέξεις «επίτροπος» και «επιτροπικώς». Η επιτροπεία
πάντοτε αναφέρεται σε μια κατάσταση προσωρινή, άχρι καιρού, και πάντως όχι μόνιμη.
Η πλήρωση του επισκοπικού θρόνου της Θεσσαλονίκης, μετά την
κοίμηση του Μητροπολίτη Παντελεήμονος του Χρυσοφάκη, είχε προκαλέσει και τότε
την εμφάνιση αμφισβητήσεων εκ μέρους της Ελλαδικής Εκκλησίας, ως προς την
δικαιοδοσία επί των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης από
την Λήμνο, είχε κάνει τις εξής δηλώσεις, που νομίζω πως παραμένουν επίκαιρες,
όσον καιρό υπάρχουν κύκλοι στην Εκκλησία της Ελλάδος, που επιθυμούν να
αποκόψουν τις Μητροπόλεις του Θρόνου από την Κωνσταντινούπολη. Είχε δηλώσει
τότε ο Πατριάρχης: «Διετηρήθησαν και διατηρούνται οι αρχαίοι πνευματικοί
και κανονικοί δεσμοί μεταξύ των ιστορικών τούτων επαρχιών του θρόνου(των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών) και του Κέντρου της Ορθοδοξίας. Δεν είναι δυνατόν να μη διατηρηθούν, διότι οι
πνευματικοί δεσμοί υπερισχύουν των ιστορικών αλλαγών επειδή στηρίζονται επί
αισθημάτων αγάπης η οποία ουδέποτε εκπίπτει».
Είναι αλήθεια, ότι υπήρξε προσπάθεια το 2003 εκ
μέρους του καθηγητή Παναγιώτη Μπούμη, ίσως και άλλων, να δοθεί μια άλλη
ερμηνεία στην έννοια του όρου επιτροπικώς
της Πατριαρχικής Πράξης του 1928. Νομίζω όμως τελικά, δεν ήταν επιτυχημένο
και πειστικό το εγχείρημα να τεθεί η λέξη σε ένα προκρούστειο κρεβάτι….
Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο Καταστατικός Χάρτης
της Εκκλησίας της Ελλάδος, που μνημονεύεται και στο Σύνταγμα, εισάγει σαφή
διάκριση μεταξύ των Μητροπόλεων της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος και των
Μητροπόλεων των Νέων Χωρών.
Προκαλεί αρνητική εντύπωση η στάση των μελών της
Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, που προέρχονται από
Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, δηλαδή ανήκουν στο κλίμα του Οικουμενικού Θρόνου
και δέχθηκαν χωρίς ίχνος αιδούς να προσυπογράψουν την παραπάνω απόφαση, που
απαγορεύει την συμμετοχή του Αγίου Εδέσσης στην Αντιπροσωπεία του Οικουμενικού
Πατριαρχείου στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο. Πρόκειται για τους Μητροπολίτες Σάμου και Ικαρίας
Ευσέβιο, Καστορίας Σεραφείμ, Φλωρίνης,
Πρεσπών και Εορδαίας Θεόκλητο, Κασσανδρείας Νικόδημο, Σερρών και Νιγρίτης
Θεολόγο και Σιδηροκάστρου Μακάριο. Το δυσάρεστο
μάλιστα είναι, ότι επανειλημμένα αυτοί οι ίδιοι Μητροπολίτες, έχουν δείξει την
υπακοή τους στον Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, μάλλον υποκριτικά, αλλά σε μια κρίσιμη
στιγμή έχουν αποδειχθεί πνευματικά αφερέγγυοι.
Το κανονικό ατόπημα, με την πρόσκληση του
Μητροπολίτη Εδέσσης Ιωήλ να συμμετάσχει στην Αντιπροσωπεία του Οικουμενικού
Θρόνου στην Μεγάλη Σύνοδο, δεν μπορεί να χρεωθεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο,
αλλά μόνο και αποκλειστικά στην Εκκλησία της Ελλάδος. Μάλιστα πρόκειται για ένα
ατόπημα που ενέχει το στοιχείο της ύβρεως, τόσο έναντι των Ιερών Κανόνων της
Ορθόδοξης Εκκλησίας, όσο και έναντι της Μητέρας Εκκλησίας της
Κωνσταντινουπόλεως.
©ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΔΟΣ
13/05/2016
No comments:
Post a Comment