Ο
Βουδισμός, συνήθως θεωρείται μια
ανατολική θρησκεία. Μάλιστα, αντιμετωπίζεται
σαν ένα σύγχρονο φαινόμενο διείσδυσης
μιας θρησκείας της Ανατολής στη Δύση,
που έχει γίνει λίγο του συρμού. Η αλήθεια
είναι πως ο Βουδισμός είναι μια φιλοσοφία,
που από κάποια ιστορική στιγμή της
εξάπλωσής του ανάμεσα σε πλήθη απλών
ανθρώπων και μετά, ντύθηκε το ένδυμα
της θρησκείας, σε μια μεγάλη ποικιλία
μορφών, χωρίς όμως να αλλοιωθεί ο
φιλοσοφικός πυρήνας τουii.
Η τοποθέτηση του
Βουδισμού, όπως και της Ινδίας στην
Ανατολή, δεν μπορεί να έχει απόλυτη
ισχύ. Γιατί η Ινδία λόγου χάρη, σε σχέση
με την Κίνα είναι Δύση και καθώς εύστοχα
είχε επισημάνει ο ποιητής Henry
Thoreau,
“η απώτατη δύση είναι ταυτόχρονα απώτατη
ανατολή”.
Κατά τους
ελληνιστικούς χρόνους, αφότου ο Αλέξανδρος
ο Μακεδόνας έφθασε ως την Ινδική Υποήπειρο
και έκτοτε υπήρξε ελληνική παρουσία
στην περιοχή, μπορούμε να ανιχνεύσουμε
μια πολυεπίπεδη ώσμωση μεταξύ του
ελληνιστικού πολιτισμού και του
Βουδισμού.
Η προηγούμενη
πολιτισμική συνάφεια δημιούργησε ό,τι
αποκαλείται ‘Ελληνοβουδισμός’
(Greco-Buddhism). Πρόκειται για ένα πολιτιστικό
συγκρητισμό, μεταξύ του ελληνιστικού
πολιτισμού και του Βουδισμού, που είχε
καλλιεργηθεί και αναπτυχθεί μεταξύ του
4ου π.Χ. αιώνα και του 5ου αιώνα μ.Χ. στην
Βακτρία και στην Ινδική Υποήπειρο, που
με τα σύγχρονα δεδομένα αναφερόμαστε
σε εδάφη του σημερινού Αφγανιστάν, του
Τατζικιστάν, της Ινδίας και του Πακιστάν.
Οι καρποί της
παραπάνω πολιτισμικής ώσμωσης είναι
φανεροί στην βουδιστική τέχνη. Εικάζεται
με βεβαιότητα μάλλον, ότι οι πρώτες
απεικονίσεις του Βούδα είναι προϊόν
της συνάντησης της ελληνιστικής
κουλτούρας με τον Βουδισμό.
Στα πρώιμα στάδια
του Βουδισμού η “ιερή” τέχνη ήταν
ανεικονική. Η απεικόνιση του Βούδα
γινόταν με την παράσταση συμβόλων (λ.χ.
ένας κενός θρόνος, το δέντρο Μπόντι, τα
ίχνη των βημάτων του ιστορικού Βούδα,
ο τροχός του Ντάρμα).
Φαίνεται πως η
αποφυγή απεικόνισης του Βούδα και η
ταυτόχρονη παράσταση ανεικονικών
συμβόλων μάλλον ήταν σκόπιμη επιλογή
στον πρώιμο Βουδισμό. Γίνεται αναφορά
σε μια διδαχή του ιστορικού Βούδα, ο
οποίος αποθάρρυνε αναπαραστάσεις του
εαυτού του, αφού επρόκειτο για θνητό
άνθρωπο, που μετά τον θάνατο το σώμα του
θα κατέληγε σε αποσύνθεση.
Ο Robert Linssen στο έργο
του ‘Living Zen’ (1994), είχε υποστηρίξει ότι
όταν οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με τον
Βουδισμό, επηρεασμένοι από έναν πολιτισμό
που ήταν τολμηρός στις εξερευνήσεις
του αγνώστου, δεν ένιωθαν την παραμικρή
δέσμευση από την παράδοση που ακολουθούσαν
οι Βουδιστές, αποφεύγοντας την εικονικές
απεικονίσεις και πρώτοι αυτοί δημιούργησαν
γλυπτικές αναπαραστάσεις του Βούδα.
Υπάρχουν αρκετά
στοιχεία στις αναπαραστάσεις του Βούδα,
που δείχνουν ελληνική επιρροή. Μπορούμε
να αναφερθούμε λόγου χάρη στην
ελληνορωμαϊκή τήβεννο ή στο ιμάτιο, που
καλύπτει και τους δύο ώμους, με τα οποία
εμφανίζεται ντυμένος ο ιστορικός Βούδας
στα γλυπτά. Άλλο γνώρισμα είναι οι
παραστάσεις του Βούδα σε όρθια στάση,
με το σώμα του να στηρίζεται κατά κύριο
λόγο στο ένα πόδι, που είναι ελαφρά
προτεταμένο. Τα μαλλιά του Βούδα είναι
κατσαρά, κάτι που παραπέμπει σε κατοίκους
της Μεσογείου, ενώ το χτένισμά τους
φέρει στην κορυφή του κεφαλιού ένα
φιόγκο, κάτι που παραπέμπει στην
απεικόνιση του Απόλλωνα του Μπελβεντέρε,
αρχαίο αντίγραφο της εποχής του Αδριανού,
από ένα πρωτότυπο του 330 π. Χ. που
αποδίδεται στον γλύπτη Λεωχάρη. Μεγάλος
αριθμός γλυπτών, που συνδυάζουν
βουδιστικές απεικονίσεις με καθαρά
ελληνική τεχνοτροπία έχουν ανακαλυφθεί
στην Γκαντάρα.
Ο Δαλάι Λάμα
(Τενζίν Γκυάτσο) αναφέρει τα εξής στον
πρόλογο που έχει γράψει για το βιβλίο
της Marian Wenzel “Echoes
of Alexander the Great: Silk Route Portraits from Gandara”
(Eklisa
Anstalt, 2000):
“Ένα
από τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της
σχολής της τέχνης της Γκαντάρα, που
εμφανίστηκε στην βορειοανατολική Ινδία,
είναι ότι έχει ξεκάθαρα επηρεαστεί από
τον νατουραλισμό της κλασικής ελληνικής
τεχνοτροπίας. Έτσι, ενώ αυτές οι
απεικονίσεις εξακολουθούν να μεταφέρουν
την εσωτερική γαλήνη που προέρχεται με
την εφαρμογή των διδαχών του Βούδα, μας
μεταφέρουν επίσης μια εικόνα των ανθρώπων
της εποχής, οι οποίοι περπατούσαν,
μιλούσαν και κοιμόντουσαν, με τον ίδιο
τρόπο που κάνουμε και εμείς. Νιώθω πως
αυτό είναι πολύ σημαντικό. Οι αναπαραστάσεις
αυτές εμπνέουν, γιατί δεν δείχνουν μόνο
τον σκοπό, αλλά και την αίσθηση του τί
μπορεί να καταφέρει ο κάθε άνθρωπος
αρκεί να προσπαθήσει”.
Οι
σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί μεταξύ
των Ελλήνων που είχαν εγκατασταθεί στην
Κεντρική Ασία με τον Βουδισμό είχαν ως
αποτέλεσμα να προκύψουν φιλοσοφικές
ανταλλαγές, που αποδείχθηκαν εξαιρετικά
ενδιαφέρουσες. Θεωρείται ότι στο πρώιμο
στάδιό του ο Βουδισμός του Μεγάλου
Οχήματος (Μαχαγιάνα) είχε δεχθεί την
γόνιμη επιρροή από τον ελληνικό φιλοσοφικό
στοχασμό. Η μορφοποίηση της Μαχαγιάνα
θεωρείται ως το ρεύμα εντός των κόλπων
του Βουδισμού, που ξεκίνησε από τις
ελληνοβουδιστικές κοινότητες της Ινδίας
και υπήρξε καρπός σύνθεσης μεταξύ της
ελληνικής φιλοσοφικής παράδοσης, που
ήταν στοιχεία κυρίως της δημοκρίτειας
και σκεπτικιστικής σχολής, όπως και της
σοφιστικής, με τα θεμελιώδη εμπειρικά
και σκεπτικιστικά στοιχεία, που
χαρακτήριζαν τον πρώιμο Βουδισμό, χωρίς
να έχουν σχηματοποιηθεί με επάρκεια.
Θα
αναφέρουμε πιο κάτω ορισμένα κοινά
γνωρίσματα στην φιλοσοφική θέαση των
πραγμάτων, που συναντούμε στον Βουδισμό
και στην ελληνική Φιλοσοφία. Το περιεχόμενο
της Prajñāpāramitā, που αναφέρεται στον
ολοκληρωμένο τρόπο θέασης της
πραγματικότητας μπορεί να συναντηθεί
λ.χ. στην φιλοσοφική σχολή του Πυρρωνισμού.
Υπάρχει ένας κοινός τόπος στον τρόπο
αντίληψης της έσχατης πραγματικότητας
μεταξύ των Ελλήνων Κυνικών, της βουδιστικής
σχολής Μαντιαμίκα και αργότερα της
παράδοσης Ζεν, σύμφωνα με την οποία, η
έσχατη ή υπέρατη πραγματικότητα είναι
προσιτή, μόνο μέσα από μια μη διαλεκτική
και μη προφορική προσέγγιση.
Στην διαλεκτική του Ναγκαρτζούνα
μπορούμε να βρούμε ομοιότητες με την
ελληνική διαλεκτική παράδοση.
Μετά
το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο
Ινδός βασιλέας Ασόκα, υιοθέτησε τον
Βουδισμό, μετά από μια συνειδησιακή
τραυματική κρίση που είχε ο ίδιος, από
τη συμμετοχή του σε μια πολύνεκρη μάχη,
μολονότι είχε αναδειχθεί νικητής. Μετά
τη μεταστροφή του άρχισε μια εργώδη
προσπάθεια διάδοσης του Βουδισμού σε
κάθε γωνιά της Αυτοκρατορίας του,
αποστέλλοντας δασκάλους του Ντάρμα ως
την ελληνική Ιωνία και την Αίγυπτο.
Πολλοί από τους Έλληνες που παρέμειναν
στην Ινδία, ιδίως στις περιοχές της
Βακτρίας και της Γκαντάρα ασπάστηκαν
τον Βουδισμό. Οι Έλληνες της εποχής του
Ασόκα κατοικούσαν ως υπήκοοί του, σε
περιοχές της βορειοδυτικής Ινδίας και
αναφέρονται σε κείμενα της εποχής ως
‘Yona,
Yojanas
ή Yavanas’,
ονομασίες που προέρχονται από τη λέξη
‘Ίωνας’.
Υπήρξαν ορισμένα
διάσημα Διατάγματα του βασιλέα Ασόκα,
που είτε έχουν γραφεί στην ελληνική
γλώσσα, είτε περιέχουν και την ελληνική.
Θα αναφέρω το Διάταγμα που είναι γνωστό
ως Kandahar
Greek Edict of Ashoka, που
αποκαλύφθηκε από την αρχαιολογική
σκαπάνη στην περιοχή της πόλης Κανταχάρ
του Αφγανιστάν, όπου βρισκόταν και η
παλαιά Κανταχάρ, που πιστεύεται ότι
υπήρξε στη θέση της Αλεξάνδρειας
Αρχωσίας, που οικοδόμησε ο Αλέξανδρος
τον 4ο
αιώνα π.Χ.. Πρόκειται
για
επιγραφή
στην
ελληνική
γλώσσα
λαξευμένη σε
πέτρα.
Ιδιαίτερη
σημασία νομίζω πως έχει επιγραφή του
Ασόκα, που υπολογίζεται ότι γράφτηκε
το 285 π.Χ. και βρέθηκε στα μέσα του 20ου
αιώνα στο Αφγανιστάν. Η επιγραφή είναι
γραμμένη στην σανσκριτική, στην ελληνική
και στην αραμαϊκή γλώσσα και η λέξη
ντάρμα
αποδίδεται
στα ελληνικά ως ευσέβεια
.
Σ’ ένα ιστορικό
ποίημα, γνωστό ως Mahavamsa
(στα ελληνικά
‘Το Μεγάλο Χρονικό’), που έχει γραφεί
στη γλώσσα πάλι,
των βασιλέων της Σρι Λάνκα, σε μια περίοδο
επί βασιλείας Vijaya
(543 π.Χ.) ως τη βασιλεία Mahasena
(334-361 μ.Χ.), αναφέρονται οι Έλληνες
Βουδιστές μοναχοί, ‘γέροντες’ ή
‘πρεσβύτεροι’, -(στη γλώσσα πάλι
‘thera’)-,
όπως τους καταγράφει, που είχαν σταλεί
σε μακρινές χώρες για να διδάξουν το
Ντάρμα επί ηγεμονίας Ασόκα.
«Ο
γέροντας Mayantika
στάλθηκε
στο Κασμίρ και στη Γκαντάρα….
Στο Βαρανάσι
είχε σταλεί ο γέροντας με το όνομα
Rakkhita,
ενώ στο
Απαραντάκα
είχε στείλει τον Έλληνα
(Yona)
που
ονομάζεται Dhammarakkhita.
Στο Μαχαράθα
είχε στείλει τον γέροντα με το όνομα
Mahadhammarakkhita,
αλλά ο
γέροντας Maharakkhita
είχε
σταλεί στη χώρα των Ελλήνων
(Yona)…»
(Mahavamsa
XII).
Ο Dharmaraksita
(σανσκρ.) ή Dhammarakkhita
(πάλι), υπήρξε πράγματι Έλληνας και
αρχηγός της αποστολής στη χώρα Απαραντάκα.
Ο Dharmaraksita
υπήρξε δάσκαλος του αρχάτ
Nagasena,
προτού συναντήσει ο δεύτερος τον βασιλέα
Μένανδρο, όπως αναφέρεται στο έργο
‘Milinda
Panha’
(I
32-35). Στη Mahavimsa
(XII)
αναφέρεται ότι ο Dharmaraksita
στην Απαραντάκα
κήρυξε την
Αγκικαντοπάμα
Σούτρα και
37.000 ανθρώπων είχαν δεχθεί τη βουδιστική
διδαχή, ενώ χιλιάδες άνδρες και γυναίκες
έγιναν Μοναχοί και Μοναχές.
Ο γέροντας (thera)
Mayantika
στάλθηκε σε περιοχές με έντονη ελληνική
παρουσία. Μονολότι στη Mahavamsa
δεν αναφέρεται ρητά ως Έλληνας, το όνομά
του μάλλον είναι σύνθεση μεταξύ των
λέξεων ‘Maha’
(‘μεγάλος’ στα σανσκρ.) και του ονόματος
‘Antika’,
από το κοινό ελληνικό κύριο όνομα
‘Αντίοχος’.
Ο γέροντας
Maharaksita
αναφέρεται πως στάλθηκε στη χώρα των
Ελλήνων και κατά πάσα πιθανότητα ήταν
Έλληνας, αν και είναι ανεπιβεβαίωτο
τούτο.
Ένας από τους
επιφανείς επιγόνους του Μεγάλου
Αλεξάνδρου στην ινδική χερσόνησο υπήρξε
ο Δημήτριος Α΄ της Βακτρίας, που το 185
π.Χ. ενσωμάτωσε στο βασίλειό του τη
Γκαντάρα και το Παντζάμπ (Πενταποταμία
στα ελληνικά). Αργότερα, διάφορες ομάδες
Ελλήνων της Ινδίας άρχισαν να μάχονται
μεταξύ τους με συνέπεια, από τη μια μεριά
η Γκαντάρα να αποκτήσει την ανεξαρτησία
της και από την άλλη να ιδρυθεί το
Ινδοελληνικό Βασίλειο στην περιοχή.
Σπουδαίος Έλληνας
βασιλέας του Ινδοελληνικού Βασιλείου
της Βακτρίας αναδείχθηκε ο Μένανδρος
Α΄(βασίλευσε 160-135 π.Χ.). Ο Στράβων τον
θεωρεί έναν από τους πιο ισχυρούς
βασιλείς εκείνης της εποχής, περισσότερο
ισχυρό, ακόμα και από τον Μέγα Αλέξανδρο.
Ο Μένανδρος έγινε διάσημος από ένα
κείμενο, γραμμένο στη γλώσσα πάλι,
που περιέχει τις ‘Ερωτήσεις του βασιλέα
Μιλίντα’ και είναι γνωστό ως ‘Milinda
Panha’.
Πρόκειται για έναν φιλοσοφικό διάλογο
μεταξύ του Βουδιστή μοναχού Ναγκασένα
και του βασιλέα Μενάνδρου, γύρω από τη
διδασκαλία του Βούδα. Λέγεται πως ο
βασιλέας έφθασε στην απελευθέρωση ενός
Αρχάτ
και σ’ αυτή την περίπτωση ο Μένανδρος,
-που στη γλώσσα πάλι
το όνομά του
αποδίδεται ως ‘Μιλίντα’-, θα πρέπει να
υπήρξε ο πρώτος «Δυτικός» που έφθασε
την Φώτιση.
Σύμφωνα με την
Mahavamsa,
κατά τη διάρκεια της βασιλείας του
Μενάνδρου Α΄, ο Ίωνας (Έλληνας-Yona)
Βουδιστής μοναχός Mahadhammarakkhita
(Mahadharmaraksita
σανσκρ.),
προερχόμενος από την ‘Alasandra’
(την Αλεξάνδρεια επί του Καυκάσου
[Ινδοκούς] που είχε ιδρύσει ο Αλέξανδρος
ο Μέγας, κοντά στην σημερινή Καμπούλ)
επικεφαλής αντιπροσωπείας 30.000 Ελλήνων
Βουδιστών μοναχών (130 π.Χ) συμμετείχαν
στην αφιέρωση της ‘Maha
Thupa’
(Μεγάλη Στούπα) στην Ανουρανταπούρα της
Σρι Λάνκα.
Υπάρχουν πολλά
στοιχεία που υποδεικνύουν επιρροή εκ
μέρους του Βουδισμού στον πρώιμο
Χριστιανισμό, ιδίως μεταξύ των Γνωστικών
και των Εσσαίων, αλλά και στην παράδοση
του χριστιανικού μοναχισμού. Μια αρκετά
παράδοξη και από τις πιο απίθανες
υποθέσεις βουδιστικής επιρροής στο
Χριστιανισμό έχει σχέση με τον εκπληκτικό
μύθο του
Βαρλαάμ και του Ιωάσαφ,.
Σύμφωνα με το μύθο του
Βαρλαάμ και του Ιωάσαφ (στην
λατινική αγιολογία αναφέρονται ως
Barlamus
et Iosaphatus),
η καταγραφή και η διάσωση του οποίου
αποδίδεται στον άγιο Ιωάννη τον
Δαμασκηνό.
Το όνομα Ιωάσαφ αναφέρεται σ’ ένα
Μποντισάτβα, που οι Άραβες ανέφεραν ως
Μποντάσαφ,
ενώ η όλη
διήγηση αποτελεί μια εκχριστιανισμένη
εκδοχή του βίου του Βούδα, που στη διήγηση
αυτή αναφέρεται ως Βαρλαάμ. Η υιοθέτηση
του μύθου αυτού από την Εκκλησία κατά
τον 16ο
αιώνα, είχε ως συνέπεια κατ’ ουσία να
συμπεριληφθεί ο ιστορικός Βούδας μεταξύ
των αγίων του Χριστιανισμού.
Όπως
είναι γνωστό, ο Ελληνισμός ήρθε σε στενή
επαφή με τον Χριστιανισμό, από τα πρώτα
βήματα του δευτέρου στην ιστορία. Δεν
είναι μόνον η ελληνική γλώσσα που υπήρξε
το πρωταρχικό όχημα διακήρυξης του
μηνύματος του Ιησού στον κόσμο. Ο
Ανατολικός Χριστιανισμός υιοθέτησε
τον ελληνικό τρόπο άρθρωσης ιδεών και
δογμάτων, ενώ η πατερική γραμματεία της
Ανατολής, είναι κατά κύριο λόγο διατυπωμένη
στην ελληνική γλώσσα και με τον τρόπο
της ελληνικής σκέψης. Επομένως, η διήγηση
περί του Βαρλαάμ και του Ιωάσαφ, που
κοσμεί την γραμματεία του ελληνόφωνου
λογίου πατέρα της Εκκλησίας, Ιωάννη του
Δαμασκηνού, είναι απόλυτα δικαιολογημένο
να αποτελέσει στοιχείο στην σύντομη
και μάλλον πρόχειρη αναφορά που έχω
επιχειρήσει σχετικά
με την κοινωνία μεταξύ Βουδισμού και
Ελληνισμού.
Στο αρχαίο βασίλειο
της Γκαντάρα (Gandhara),
που εκτεινόταν σε περιοχές του σημερινού
βορείου Πακιστάν και του ανατολικού
Αφγανισγτάν, αναπτύχθηκε η γνωστή
ελληνοβουδική τέχνη, μεταξύ των ετών
50 π.Χ. και 75 μ.Χ.. Ακόμα και όταν στη
Γκαντάρα κυριάρχησε η Ινδοπαρθική
δυναστεία, οι νέοι ηγεμόνες συνέχισαν
να ενθαρρύνουν την ελληνική καλλιτεχνική
παρουσία στην περιοχή.
Έλληνες γλύπτες
εγκατεστημένοι στη Γκαντάρα έκαναν
γλυπτές αναπαραστάσεις του Βούδα
Σακυαμούνι, έχοντας ως πρότυπο τη
γλυπτική απεικόνιση κυρίως του Απόλλωνα.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη για την
βουδιστική τέχνη της Γκαντάρα και την
αλληλοπεριχώρηση μεταξύ Βουδισμού και
Ελληνισμού αποτελεί το βιβλίο του Νίκου
Δήμου ‘Ο Έλληνας Βούδας’, το οποίο
δυστυχώς είναι εξαντλημένο.
Η επαφή του
Βουδισμού με τον Ελληνισμό υπήρξε μια
γόνιμη ευλογία και για τους δύο. Από την
στιγμή που ο Βουδισμός συνάντησε την
ελληνική τέχνη, Έλληνες γλύπτες έπλασαν
την γλυπτική υπόσταση του Γκαουτάμα
Σακυαμούνι. Από την άλλη μεριά εμπλουτίστηκε
ο ελληνικός φιλοσοφικός στοχασμός, όπως
και ο Βουδισμός Μαχαγιάνα, από την
περιχώρηση που επήλθε στα δύο σημαντικότατα
για τον πολιτισμό μεγέθηiii.
©ΓΙΩΡΓΟΣ Α. ΔΟΥΔΟΣ
04/12/16-21/10/17
i
Είχα
την ευλογία πριν χρόνια, το 2008 να βρεθώ
στο Ανόι του Βιετνάμ για να συμμετάσχω
σε ένα retreat υπό την εμπνευσμένη καθοδήγηση
του Σεβάσμιου Thích
Nhất Hạnh.
Αυτό το σημείωμα, το αφιερώνω στον
υπέροχο Δάσκαλο, στον Thầy,
που μου έδωσε το όνομα κατά το Ντάρμα,
Εμπιστευόμενος
την Φροντίδα της Καρδιάς (Trusting Care of the
Heart).
ii
Η θρησκειοποίηση
του Βουδισμού δεν είναι μοναδικό
φαινόμενο. Το ίδιο έχει συμβεί π.χ. με
τον Ζωροαστρισμό, που με την διαδρομή
του χρόνου, το εξόχως φιλοσοφικό μήνυμα
του Ζαρατούστρα ντύθηκε τον μανδύα της
θρησκείας.
iiiΜια
εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αναφορά στις
σχέσεις που προέκυψαν από την κοινωνία
μεταξύ Ελληνισμού και Βουδισμού, μετά
την εποχή της παρουσίας του Μεγάλου
Αλεξάνδρου στην Ινδική Υποήπειρο,
προσφέρει ο ιστότοπος:
http://www.sunnataram.org/projects/alexander-the-great-and-the-buddha.