ΟΙ
ΚΙΝΔΥΝΟΛΟΓΙΕΣ ΤΩΝ ΥΠΟΠΤΩΝ ΚΑΣΣΑΝΔΡΩΝ
ΜΕ
ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ “ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΚΟΝΤΟΝΗ”
ΓΙΩΡΓΟΣ
Α. ΔΟΥΔΟΣ
Είναι
το λιγότερο γελοίο πια, να μιλούμε για
καθαρές φυλές ανθρώπων, για έθνη
απαλλαγμένα από το μίασμα των διαφυλετικών
επιμειξιών!
Εκτός αν καταφύγουμε σε νησιά που
γειτονεύουν με τον άφιλο αρκτικό κύκλο,
οπότε εκεί θα βρούμε περισσότερες ομάδες
πληθυσμού απρόσβλητες από επιμειξίες
ή στις επίσης άφιλες και άνυδρες εκτάσεις
της Σαχάρας, όπου οι Τουαρέγκ οπωσδήποτε
διατηρούν μια κάποια φυλετική
καθαρότητα....
Κοντολογίς,
καθαρές φυλές σε έμβια όντα μπορούμε
να βρούμε σε ενδιαιτήματα
αναπαραγωγής σκύλων και
ιπποφορβεία, που οι ιδιοκτήτες τους
επιδιώκουν να αναπαράξουν
συγκεκριμένες
ράτσες σκυλιών και αλόγων. Το πείραμα
των Ναζί απέτυχε, ευτυχώς, κι έτσι η Άρια
φυλή αλώθηκε από διαφόρους “βαρβάρους”,
κι οι άνθρωποι έχουν ομορφύνει.
Μια
σύγχρονη δημοκρατία, κυρίως στην Δύση,
που αντιμετωπίζει με τρόμο τις κάθε
λογής μειονότητες, που ζουν στη χώρα,
είναι ανάπηρη! Και τέτοια είναι η Ελλάδα,
δυστυχώς.
Επικρατεί
ένα “δόγμα” στη χώρα μας, ότι υπάρχει
μόνο μια μειονότητα, και αυτή είναι
θρησκευτική. Αναφέρομαι στην Μουσουλμανική
Μειονότητα της Θράκης. Μάλιστα το
παραπάνω πολιτικό δόγμα προσθέτει, ότι
η αναγνώριση της Μουσουλμανικής
Μειονότητας οφείλεται στο γεγονός της
αναγνώρισής της από ένα νομοθέτημα,
παραπέμποντας στην γνωστή Συνθήκη της
Λοζάνης του 1923, που έχει κυρωθεί με το
νομοθετικό διάταγμα 25/25.08.1923!
Το
επιχείρημα του παραπάνω “ελληνικού
δόγματος”, ως προς την ύπαρξη μόνο μιας
μειονότητας στην Ελλάδα, και μάλιστα
αποκλειστικά θρησκευτικής, είναι φαιδρό,
με την πλέον επιεική διάθεση. Ο λόγος
είναι ο ακόλουθος: Οι μειονότητες σε
μια χώρα δεν υπάρχουν γιατί το προβλέπει
ή πολύ περισσότερο το επιτρέπει κάποιος
νόμος. Οι μειονότητες υπάρχουν, γιατί
απλούστατα υπάρχουν, σαν “φυσικά
φαινόμενα”, και εμπλουτίζουν τον λαό
της χώρας με την φυσική και πολιτισμική
παρουσία τους. Οι νόμοι που αναφέρονται
σε μειονότητες, δεν αποτελούν υποστατικό
πρόκριμά τους, αλλά ρυθμίζουν ζητήματα
που τις αφορούν, ως κοινότητες ανθρώπων
με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ποικίλων
φύσεων. Στα πλαίσια εφαρμογής διατάξεων
του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
που έχει αναπτυχθεί δειλά αλλά σταθερά,
μετά την φρίκη του Δευτέρου Παγκοσμίου
Πολέμου, ιδίως όσον αφορά την Ευρώπη
και τα κράτη που είναι μέλη του Συμβουλίου
της Ευρώπης, τα νομοθετήματα που αφορούν
τις μειονότητες, οφείλουν να παρέχουν
αποτελεσματική προστασία των μειονοτικών
δικαιωμάτων και ακώλυτη έκφραση της
μειονοτικής ιδιοπροσωπίας εντός της
ευρύτερης εθνικής κοινωνίας.
Δεν
έχω την πρόθεση να αναλωθώ στην λεπτομερή
απαρίθμηση των μειονοτήτων που υπάρχουν
στην Ελλάδα. Θα περιορισθώ να αναφέρω,
ότι στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία
κυρίως, υπάρχουν πολίτες της χώρας, που
αυτοπροσδιορίζονται εθνοτικά ως
Μακεδόνες “σλαβικής καταγωγής ή
ταυτότητας”,
στην Θράκη υπάρχουν πολίτες της χώρας,
που αυτοπροσδιορίζονται εθνοτικά ως
Τούρκοι. Πλάι στους εθνοτικά Μακεδόνες,
υπάρχουν πολίτες, που ενώ αυτοπροσδιορίζονται
ως Έλληνες από
πλευράς εθνικής συνειδήσεως,
εντούτοις, έχουν πλήρη
συναίσθηση της
σλαβομακεδονικής πολιτισμικής
ιδιοπροσωπίας τους, και
δεν λησμονούν, είτε από προσωπική
εμπειρία οι μεγαλύτεροι, είτε από
διηγήσεις οι πιο νέοι, την καταπίεση
και τους αλύπητους διωγμούς που
έχουν
υποστεί οι άνθρωποι της κοινότητάς
τους!
Δίπλα στους Τούρκους της Θράκης, υπάρχουν
οι Πομάκοι, που η πολιτισμική ταυτότητά
τους δεν αποτελεί παρακολούθημα
βουλγαρικής καταγωγής, ή σύνδεσής τους
με απώτατους προγόνους τους
στρατιώτες
του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ή με τους
εξαφανισμένους λόγω αφομοίωσης
Πετσενέγους.... Υπάρχουν Αρμένιοι, που
ενώ έχουν ριζώσει στην Ελλάδα και έχουν
αφομοιωθεί με τον υπόλοιπο πληθυσμό,
υπάρχουν
ως μια
θρησκευτική και πολιτισμική μειονότητα.
Το γεγονός όμως, ότι στις εκκλησίες τους
κυματίζει η αρμενική σημαία, υποδηλώνει
αναμφίβολα, ότι Αρμένιοι της χώρας μας
διατηρούν και την ιδιαίτερη εθνική
ιδιοπροσωπία τους. Θα μπορούσαμε να
αναφερθούμε και σε άλλες, κυρίως
πολιτισμικές, ή θρησκευτικές μειονότητες
της χώρας, που στο
παρελθόν
τα μέλη τους, ένιωσαν
στο πετσί τους, την αυταρχικότητα του
κράτους ή την μισαλλοδοξία της Ορθόδοξης
εκκλησίας, ή την περιφρόνηση για την
διαφορετικότητά τους.
Η
Ελλάδα έχει προσυπογράψει από τις 22
Σεπτεμβρίου 1997 την “Σύμβαση Πλαίσιο
για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων”
του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά με
περισσή πονηρία και επιμέλεια, αποφεύγει
να την κυρώσει με νόμο στη Βουλή!
Ας
επιστρέψουμε όμως στην αφορμή για να
γραφεί τούτο
το άρθρο. Η κυβέρνηση αποφάσισε να προβεί
σε τροποποίηση του άρθρου 758 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονομίας. Πρόκειται για
την “τροπολογία Κοντονή”, όπως έγινε
γνωστή η κυβερνητική πρωτοβουλία.
Σύμφωνα με όσα είναι γνωστά, η
τροπολογία συμπεριλήφθηκε στο
σχέδιο νόμου με τίτλο «Ευρωπαϊκή εντολή
έρευνας στις ποινικές υποθέσεις -
Εναρμόνιση της νομοθεσίας με την Οδηγία
2014/41/ΕΕ». Με την τροποποίηση, σύμφωνα
με το
νομοσχέδιο,
προστίθενται εδάφια στην παράγραφο 1
του άρθρου 758 του Κώδικα Πολιτικής
Δικονομίας, έτσι
ώστε
να είναι δυνατή πλέον αίτηση ανάκλησης
ή μεταρρύθμισης οριστικής απόφασης
εκούσιας δικαιοδοσίας, μετά την έκδοση
οριστικής απόφασης από το Ευρωπαϊκό
Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
(ΕΔΔΑ), με την οποία διαπιστώθηκε παραβίαση
του δικαιώματος των πολιτών για δίκαιη
δίκη ή παραβίαση διάταξης ουσιαστικού
δικαίου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η
Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), έχει κυρωθεί από την
χώρα μας με το νομοθετικό διάταγμα
53/1974, έχει εμπλουτίσει το εσωτερικό μας
δίκαιο και έχει αυξημένη ισχύ, όπως
προβλέπει το άρθρο 28 του Συντάγματος.
Το άρθρο 46 της Σύμβασης, ρητά και χωρίς
περιθώρια αμφιβολιών προβλέπει, ότι τα
κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης,
που αυτονόητα έχουν καταστήσει την
ΕΣΔΑ εσωτερικό τους δίκαιο, “αναλαμβάνουν
την υποχρέωση να συμμορφώνονται προς
τις οριστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου
(ΕΔΔΑ) επί των διαφορών στις οποίες είναι
διάδικοι” και ότι, “η οριστική απόφαση
του Δικαστηρίου διαβιβάζεται στην
Επιτροπή Υπουργών, η οποία εποπτεύει
την εκτέλεση της εν λόγω απόφασης”.
Ο
Άρειος Πάγος, όσον αφορά την περίπτωση
της “Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης”,
προβάλλοντας ανακριβώς σαν αιτιολογία,
την δήθεν μη δεσμευτικότητα των αποφάσεων
του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων
του Ανθρώπου, απέρριπτε το αίτημα της
Ένωσης, για επανεγγραφή στο βιβλίο
σωματείων του Πρωτοδικείου, παρά τα όσα
προβλέπει το άρθρο 46 της ΕΣΔΑ που
αναφέραμε πιο πάνω.
Δικαστήρια
ουσίας, όπως λέγονται τα ειρηνοδικεία,
τα πρωτοδικεία
και τα εφετεία, κρίνοντας εκ νέου
υποθέσεις, για τις οποίες το ΕΔΔΑ είχε
εκδώσει οριστική απόφαση, αγνοούσαν
“περιφρονητικά” την
απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και
εξέδιδαν εκ
νέου απόφαση,
πέρα
ως πέρα
αντίθετη προς το περιεχόμενο της απόφασης
του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων
του Ανθρώπου, ακόμα και όταν είχαν
προηγηθεί καταδίκες της Ελλάδος και το
Υπουργείο Δικαιοσύνης είχε γνωστοποιήσει
αυτές τις καταδίκες στα αρμόδια
δικαστήρια, με
την “παράκληση” να ληφθούν υπόψη από
τους δικαστές.
Όσα αναφέρω πιο πάνω, απ’
όσο ξέρω,
έχουν συμβεί με την περίπτωση της
απόρριψης αίτησης για αναγνώριση της
νομικής προσωπικότητας της “Στέγης
Μακεδονικού Πολιτισμού”, τόσο από το
Πρωτοδικείο Φλώρινας, όσο και από το
Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας.
Οι
Κασσάνδρες και οι Σίβυλλες, που
κραυγάζοντας μονοπωλούν την εθνική
ευαισθησία, πως δήθεν αν περάσει η
“τροπολογία Κοντονή” θα αλωθεί η Θράκη
από τους Τούρκους και άλλα ανόητα και
φοβικά εθνικιστικά, δεν έχουν συναίσθηση
των δεσμεύσεων της χώρας απέναντι στην
Διεθνή Κοινότητα. Δεν έχουν συναίσθηση
πως οι επανειλημμένες καταδίκες της
Ελλάδος για παραβάσεις της ΕΣΔΑ από το
Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου, αποτελούν διασυρμό για την
χώρα, πέραν του οικονομικού βάρους από
τις κυρώσεις που επιβάλλονται. Οι
“εθνικόφρονες”, που έχουν την ψευδαίσθηση
πως μόνον αυτοί νοιάζονται για την
Ελλάδα, με τις φωνασκίες τους, δείχνουν
περίτρανα, πως πάσχουν από πολιτικό
αυτισμό!
Κατ’
αρχήν, πρέπει να ειπωθεί, ότι η τροπολογία
δεν αφορά όπως λανθασμένα νομίζεται,
μόνο την υπόθεση της “Τουρκικής Ένωσής
Ξάνθης”, του “Πολιτιστικού Συλλόγου
Τούρκων Γυναικών Νομού Ροδόπης” ή του
“Συλλόγου Νεολαίας Μειονότητας Νομού
Έβρου”, αλλά αφορά εξίσου την “Στέγη
Μακεδονικού Πολιτισμού”, όπως και άλλες
υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, που
δεν βρήκαν την αναμενόμενη λύση στα
δικαστήρια.
Η
τροποποίηση του άρθρου 758 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονομίας, εάν “περάσει”,
παρά τις μέχρι παλινωδίες, σύμφωνα με
το σχέδιο νόμου που αρχικά είχε κατατεθεί,
απλά προβλέπει δικαίωμα επανάκρισης
μιας υπόθεσης από το αρμόδιο εθνικό
δικαστήριο, με δεδομένο την
έκδοση απόφασης από το ΕΔΔΑ. Δεν καθίσταται
ο εθνικός δικαστής υποχρεωμένος να
αναγνωρίσει το δεδικασμένο που έχει
παράξει η απόφαση του δικαστηρίου του
Στρασβούργου. Απεναντίας, ο Έλληνας
δικαστής κρίνει με απόλυτη ελευθερία
και έχει το δικαίωμα να διατυπώσει
δικανική κρίση αντίθετη προς το
περιεχόμενο της απόφασης του ΕΔΔΑ,
οπωσδήποτε απόλυτα αιτιολογημένα.
Επομένως οι Κασσάνδρες της “εθνικής
καταστροφής” και της δήθεν προδοσίας,
καλά θα κάνουν να σιωπήσουν, γιατί
αποδεικνύονται για άλλη μια φορά
επικίνδυνες για την χώρα και τα πραγματικά
συμφέροντά της.
Επιτρέψτε
μου δυο λόγια για
την
‘Συνθήκη της Λοζάνης’, στην οποία έχει
ενσωματωθεί η ‘Σύμβαση περί ανταλλαγής
των Ελληνικών και Τουρκικών Πληθυσμών’,
που προβλέπει ως προς τους ‘Έλληνες
κατοίκους της Κωνσταντινουπόλεως’ και
ως προς τους ‘Μουσουλμάνους κατοίκους
της Δυτικής Θράκης’ (άρθρο 2), την εξαίρεσή
τους από την
ανταλλαγή.
Η
Τουρκία το 1923 και
ενόσω διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις
της Λοζάνης, βρισκόταν σε μεταβατικό
στάδιο από άποψη πολιτειακή. Μολονότι
την 1η Νοεμβρίου του 1922 είχε καταργηθεί
ο
Οθωμανός
Σουλτάνος,
ως ανώτατος
άρχοντας
της χώρας, η ανακήρυξη της Δημοκρατίας
έγινε στις 29 Οκτωβρίου 1923. Για τούτο,
τόσο στην κυρίως διεθνή Συνθήκη της
Λοζάνης, που υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου
1923, όπως και στην επί μέρους σύμβαση
ανταλλαγής των πληθυσμών, που υπογράφηκε
στις 30 Ιανουαρίου 1923, η Τουρκία
εκπροσωπείται από την Μεγάλη Εθνοσυνέλευση,
κάτι που προς στιγμή είχε δημιουργήσει
προβλήματα, όσον αφορά την εκπροσώπηση
της χώρας, σύμφωνα με τους αποδεκτούς
κανόνες
του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου.
Στην
διάσκεψη της Λοζάνης, που κατέληξε
ανάμεσα στ’ άλλα και στην υποχρεωτική
ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και
Τουρκίας, η αναφορά στο θρήσκευμα, κατά
μία άποψη, είχε επιλεγεί σαν ασφαλές
κριτήριο στον χαρακτηρισμό, ουσιαστικά,
εθνικών πληθυσμών στην Τουρκία και στην
Ελλάδα, καθότι στην Τουρκία τα θεμέλια
του “εθνικού κράτους” δεν είχαν
διαμορφωθεί ακόμα και το σύστημα των
μιλλέτ, δεν
είχε εξαλειφθεί παρά τους “εθνοκαθαρτήριους”
μαζικούς διωγμούς των Νεοτούρκων κατά
χριστιανικών κοινοτήτων της Οθωμανικής
Τουρκίας.
Αν λάβουμε υπόψη ότι στην Τουρκία της
περιόδου των διαπραγματεύσεων της
Λοζάνης, πέραν των Ελλήνων Ορθοδόξων
της Κωνσταντινούπολης, υπήρχαν Βούλγαροι
Ορθόδοξοι, οι χριστιανικές μειονότητες
των Αρμενίων και των Ασσυρίων, όπως
υπήρχαν και ελαχιστότατες μειονότητες
Ελλήνων, που ήταν Ευαγγελικοί (λ.χ. υπήρχε
μεγάλη Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία
στα Κοτύωρα του Πόντου [Ορντού], αλλά
και στην Κωνσταντινούπολη, στην Σμύρνη,
στην Ανατολική Θράκη) ή Ελληνόρρυθμοι
Καθολικοί (οι αναφέρομενοι ως Ουνίτες),
τόσο στην Κωνσταντινούπολη, όσο και
στην Ανατολική Θράκη, η αναφορά στην
σύμβαση ανταλλαγής πληθυσμών σε ‘Έλληνες’
της Κωνσταντινουπόλεως, προσδιόριζε
την
πολυπληθέστερη μη μουσουλμανική
κοινότητα, με θρησκευτικό κριτήριο,
αναφερόμενη στους Ελληνορθοδόξους
Χριστιανούς, που ήταν συνδεδεμένοι με
το Πατριαρχείο στο Φανάρι. Το ίδιο συνέβη
με την αναφορά σε ‘Μουσουλμάνους’ της
Δυτικής Θράκης, αφού κατά το σύστημα
μιλλέτ, οι Οθωμανοί Μουσουλμάνοι,
προσδιορίζονταν έτσι, χωρίς επί μέρους
αναφορά σε εθνοφυλετικές ταυτότητες.
Ως
τις μέρες μας, σε Ελλάδα και Τουρκία, ο
θρησκευτικός προσδιορισμός των πληθυσμών
που εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή, σε
Κωνσταντινούπολη και Θράκη, έχει γίνει
αγκύλωση στις εξελίξεις της ζωής. Λόγου
χάρη, στην Κωνσταντινούπολη, κάποιος
Ρωμιός για να “απολαμβάνει” τα μειονοτικά
δικαιώματά του, οφείλει να είναι γραμμένος
στα μητρώα μιας ελληνορθόδοξης ενορίας
του Πατριαρχείου. Όπως εδώ, αν κάποιος
μειονοτικός Μουσουλμάνος διεκδικήσει
το δικαίωμα δημοσιοποίησης της εθνοτικής
του ταυτότητας, κυρίως σε συλλογικό
επίπεδο, αντιμετωπίζει την άρνηση
άσκησης αυτού του στοιχειώδους
δικαιώματος, με επίκληση του “ελληνικού
δόγματος” που προαναφέραμε.
Το
ελληνικό κράτος δυστυχώς, δεν αντιμετώπισε
πάντοτε την Μειονότητα της Θράκης με
σεβασμό και αποδοχή χωρίς
όρους.
Θα μπορούσε να λεχθεί, ότι η Μουσουλμανική
Μειονότητα στα χέρια της εξουσίας των
Αθηνών ήταν κάτι σαν μπαλάκι του πινγκ
πονγκ. Η πλειοψηφία της Μειονότητας
ήταν και
ως ένα σημείο παραμένει βαθειά
θρησκευόμενη. Για
τον
προηγούμενο λόγο ήταν συντηρητική
και ‘υπομονετικά’
υπάκουη
στο ελληνικό κράτος. Οι ιδέες του
κεμαλικού εθνικισμού δειλά έφταναν ως
την Θράκη και επηρέαζαν λίγους μορφωμένους
κατά κανόνα ή τέλος πάντων ξεχωριστούς
Μουσουλμάνους. Οι περισσότεροι παρέμεναν
αδιάφοροι ή ακόμα και εχθρικοί προς τις
εξελίξεις στην
Τουρκική Δημοκρατία.
Την
δεκαετία του ’50, επί κυβερνήσεως Παπάγου
και γενικού διοικητή Θράκης του
υποστράτηγου
ε.α. Γεωργίου Φεσσοπούλου, η Αθήνα
αποφάσισε την βίαιη τουρκοποίηση της
μειονότητας των Μουσουλμάνων, κατά τα
ιδεολογικά πρότυπα που είχαν αναπτυχθεί
ήδη στην Τουρκία. Όλοι οι Μουσουλμάνοι
θα αποκαλούνταν ‘Τούρκοι’, ακόμα και
αν είχαν συναίσθηση πως ήταν Πομάκοι
ή Ρομά, τα διάφορα μειονοτικά ιδρύματα
κ.λπ. θα μετονομάζονταν υποχρεωτικά σε
‘τουρκικά’, η διδασκαλία της τουρκικής
γλώσσας θα κατελάμβανε περίοπτη θέση
στα μειονοτικά σχολεία. Εκείνη την
περίοδο, παρουσία του βασιλικού ζεύγους
της Ελλάδος και του Προέδρου της Τουρκίας,
έγιναν τα εγκαίνια του μειονοτικού
εκπαιδευτηρίου ‘Τζελάλ Μπαγιάρ’ στην
Κομοτηνή, στις 2 Δεκεμβρίου 1952.
Όταν
τον Ιούνιο του 1952, το βασιλικό ζεύγος
της
Ελλάδος είχε
επισκεφθεί επίσημα την Τουρκία, σε
δεξίωση που δόθηκε προς τιμή του στα
ανάκτορα του Ντολμά Μπαχτσέ, η Βασίλισσα
Φρειδερίκη, απευθυνόμενη στον Πρόεδρο
Τζελάλ Μπαγιάρ, του είπε: “Εξοχότατε,
ξεκίνησα να πραγματοποιήσω ένα σπουδαίο
έργο. Θα ιδρύσω ένα Λύκειο για τους
Τούρκους της Δυτικής Θράκης”. Και τον
παρακάλεσε να συναινέσει να βάλουν το
όνομα του στο υπό
ίδρυση μειονοτικό Εκπαιδευτήριο.
Το
σωματείο “Τουρκική Ένωση Ξάνθης” είχε
ιδρυθεί νόμιμα το 1927 και πολύ αργότερα,
μετά
από εξήντα χρόνια, με
πρωτοβουλία του Νομάρχη Ξάνθης,
ακυρώθηκε η νόμιμη ύπαρξή του! Η αρχική
επωνυμία του σωματείου ήταν “Εστία
της Τουρκικής Νεολαίας Ξάνθης” και
μετά
από
σχετική τροποποίηση του καταστατικού,
το 1936
μετονομάσθηκε σε “Τουρκική Ένωση
Ξάνθης”. Σύμφωνα με την δικαστική
απόφαση που έκρινε παράνομη την ύπαρξη
της “Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης”, όπως
και άλλων σωματείων μειονοτικών πολιτών
που προσδιορίζονταν ως ‘τουρκικά’, η
λέξη “τουρκική” στους τίτλους τους ως
αναφορά στα μέλη που
προέρχονταν από την
Μουσουλμανική Μειονότητα της Ελλάδος,
έθετε σε κίνδυνο την δημόσια τάξη και
θα έπρεπε να χρησιμοποιείται μόνον όταν
γίνεται αναφορά σε Τούρκους πολίτες!
Η
συνέχεια είναι σε όλους γνωστή. Αποδοχή
των προσφυγών της ‘ΤΕΞ’ από το ΕΔΔΑ,
καταδίκη της Ελλάδος, αλλά παρόλα αυτά,
επίμονη άρνηση των ελληνικών δικαστηρίων
να λάβουν υπόψη την απόφαση του δικαστηρίου
του Στρασβούργου....
Και
επειδή πρωτύτερα αναφερθήκαμε, πως το
ελληνικό κράτος, για πολλά χρόνια, με
τρόπο απαράδεκτο “έπαιζε” με τη
Μειονότητα της Θράκης, λες και ήταν
μπαλάκι του πινγκ πονγκ, μια αναφορά,
εν είδει παρενθέσεως, δεν
θα ήταν θαρρών περιττή, στα
επονείδιστα διοικητικά μέτρα αφόρητων
και εξοντωτικών διακρίσεων, που είχε
εφαρμόσει η κυβέρνηση Κωνσταντίνου
Καραμανλή (επί ΕΡΕ), με ενορχηστρωτή τον
Ευάγγελο Αβέρωφ στην δεκαετία του ’60.
Τότε
η Ελλάδα, με την εφαρμογή των διοικητικών
μέτρων κατά των μειονοτικών πολιτών
της Θράκης, επιδίωκε να εξωθηθούν σε
φυγή από την Ελλάδα. Τα μέτρα έπλητταν
αδιακρίτως όλους τους Μειονοτικούς και
όχι μόνο τους Τούρκους ή τουρκογενείς,
όπως επιμένει να τους αποκαλεί ακόμα,
δίκην στρουθοκαμήλου, το επίσημο κράτος.
Μάλιστα τα χωριά των Πομάκων και στους
τρεις νομούς της Θράκης, βρίσκονταν
στην λεγόμενη απαγορευμένη ή επιτηρούμενη
ζώνη και ήταν περίκλειστα σε ένα γκέτο,
υπό την ασφυκτική εποπτεία του στρατού
και των κρατικών αρχών ασφαλείας. Οι
απαγορευμένες ζώνες στις παραμεθόριες
περιοχές της Ελλάδος καθιερώθηκαν το
1936 από το καθεστώς Μεταξά. Τη δεκαετία
του ’70 επί χούντας καταργήθηκαν παντού
(Μακεδονία και Ήπειρος) εκτός της
Θράκης,
όπου καταργήθηκαν μόλις το 1995! Το
χαρακτηριστικό ήταν οι ‘μπάρες’, που
οριοθετούσαν τις επιτηρούμενες ζώνες
από τις υπόλοιπες περιοχές της επικράτειας.
Θα
κλείσω λέγοντας απερίφραστα, αυτό που
πιστεύω: Η συντριπτική πλειοψηφία των
Μουσουλμάνων, θρησκευτικά ή πολιτιστικά,
πολιτών που ζουν κυρίως στην Θράκη,
είναι απόλυτα νομοταγείς και αγαπούν
αυτήν την κοινή πατρίδα. Αλλά, για να
αποκτήσουν εμπιστοσύνη στην Ελλάδα ως
κράτος, πρέπει να περάσουν χρόνια,
σταθερής πολιτικής σεβασμού απέναντί
τους, εκ μέρους κρατικών αρχών και
υπηρεσιών, εξάλειψης διακρίσεων που
είναι αισθητές ως τώρα. Επίσης
τα πολιτικά κόμματα, οφείλουν να είναι
εξαιρετικά υπεύθυνα ως προς τις επιλογές
των υποψηφίων τους από τους κόλπους της
μειονοτικής Κοινότητας, να μην θυμούνται
τους μειονοτικούς πολίτες στις
προεκλογικές περιόδους κατά
κύριο λόγο,
και
να μην προσφέρουν
γη και ύδωρ, πολλές φορές κατά εμετικό
τρόπο, για να κλέψουν την ψήφο τους!
Η
αναγνώριση εκ μέρους της Ελλάδος της
πραγματικότητας, ότι στην χώρα υπάρχουν
και εθνοτικές μειονότητες, πέραν των
θρησκευτικών και των πολιτιστικών, είτε
λέγονται Τούρκοι, είτε Μακεδόνες, που
πρέπει επί τέλους ακώλυτα να έχουν το
αυτονόητο δικαίωμα έκφρασης της
ιδιαίτερης ταυτότητάς τους σε
συλλογικό επίπεδο,
θα είναι δείγμα ωριμότητας της δημοκρατίας
στη χώρα μας και απόδειξη
αποδέσμευσής
της από τα αρνητικά δεσμά της βαλκανικής
“πολιτικής περίπτωσης”.
Πριν
κλείσω, θεωρώ σκόπιμο να μεταφέρω ένα
απόσπασμα συνέντευξης του Υπουργού
Εξωτερικών της Δημοκρατίας της Μακεδονίας
Νίκολα Ντιμιτρόφ στην Frankfurter Allgemeine
Zeitung, που
κατά τη γνώμη μου αποτελούν από την
πλευρά της γειτονικής μας χώρας σοβαρή
ένδειξη ωριμότητας και υπευθυνότητας:
“Δεν
ισχυριζόμαστε ότι είμαστε οι αποκλειστικοί
Μακεδόνες. Αισθάνομαι Μακεδόνας, αλλά
δεν έχω τίποτα αντίθετο και με έναν
Έλληνα από τη Θεσσαλονίκη, που αισθάνεται
το ίδιο Μακεδόνας, είτε με τη γεωγραφική
είτε με την πολιτισμική σημασία”.
©ΓΙΩΡΓΟΣ
Α. ΔΟΥΔΟΣ
Οκτώβριος
2017
i Εκούσια
δικαιοδοσία: Στις υποθέσεις που υπάγονται
στην εκούσια δικαιοδοσία δεν υπάρχει
αντιδικία. Το δικόγραφο προς το δικαστήριο
λέγεται ‘αίτηση’ και όχι ‘αγωγή’. Με
την αίτησή του ο ενδιαφερόμενος πολίτης
ζητά από το δικαστήριο να εκδώσει
απόφαση για ένα ζήτημα που τον αφορά
(λ.χ. κήρυξη κύριας και δημοσίευση
ιδιόγραφης διαθήκης, έγκριση σωματείου
κ.λπ.). Ο νομοθέτης έχει επιλέξει την
δικαστική οδό, στα πολιτικά δικαστήρια,
γι’ αυτές τις υποθέσεις προκρίνοντας
την σοβαρότητα που ενέχουν και για
τούτο μπορεί να λάβει μέρος στις
συνεδριάσεις των δικαστηρίων και ο
αρμόδιος Εισαγγελέας.
No comments:
Post a Comment