Ὁ φόβος τῶν ἀνθρώπων κρύβει τό πρόσωπό σου
πίσω ἀπό ὂψεις μέ ὀνόματα ἂλλα.
Πρωτομάρτυρας ενάντια σέ ἐξουσία σκληρή
καί ἀπάνθρωπη
στέκεσαι ὀρθός, τυλιγμένος στίς πληγές σου,
τό τίμιο αἶμα σου ἒχει νοτίσει τή γῆ.
Πρίν ἀπό σένα καί στό κατόπι σου
ἓνα σωρό οἱ μάρτυρες, μέ καθαρά τά μέτωπα
ὀρθώνουν τήν εἰκόνα ζῶντος Θεοῦ
φοβίζοντας ἀνάλγητους ἂρχοντες
δίχως καρδιά.
Σέ συνάντησα στό τέμενος τῆς Κούφα
προτοῦ φανεῖ ὁ ἣλιος ἀπ’ τόν ὁρίζοντα.
Ἢτανε Ραμαζάνι, ἡ δέκατη ἒννατη μέρα τῆς νηστείας.
Κι ἐνῶ εἶχες ἀφεθεῖ στοῦ Πολεύσπλαχνου τό κράτος
ἂνθρωπος θρῆσκος,
σκοτισμένος ἀπ’ τό φαρμάκι τῆς ἂγνοιας
κατάφερε ὓπουλα στήν πλάτη σου
θανατερό χρύπημα μέ μαχαίρι βουτηγμένο σέ φαρμάκι.
Πόνοι φρικτοί σέ παίδευαν
καί ἡ πληγή σέ ὁδήγησε στόν τάφο λίγες μόνον μέρες ἀργότερα….
Σέ βρῆκα στήν Καρμπάλα ὁλοπόρφυρο
ἀπό ἀτέλειωτα χτυπήματα φαρμακερά στό σῶμα
καί τελικά σοῦ πῆραν τό κεφάλι
μεταφέροντάς το, ἂλλοι λέν στή Δαμασκό
ἂλλοι στό Κάιρο.
Σέ συνάντησα ἀργότερα στή Βαγδάτη
πάνω σέ σταυρό καρφωμένο.
Κομμένα τά χέρια, κομμένη ἡ γλῶσσα
Βαθειές οἱ πληγές μαρτυρικοῦ θανάτου σέ ὃλο τό σῶμα.
Μά καί δίχως γλῶσσα ἡ φωνή σου
ἀντιλαλοῦσε ἀσταμάτητα, ‘ἐγώ εἶμαι ἡ ἀλήθεια’….
Ἀναρίθμητοι οἱ ἂνθρωποι, γυναῖκες καί ἂντρες
πού εἲτε γνωρίζοντάς σε, εἲτε ὂχι
πότισαν τό χῶμα τῆς Μάνας Γῆς
μέ αἷμα γιά νά καρπίσει τό στάχυ τῆς ἐλευθερίας
πού ἁρμόζει νά κοσμεῖ ὡσάν χρυσό στεφάνι
τίς κεφαλές τῶν άνθρώπων.
Τό ὂνομά σου Ἰησοῦς, Ἑβραῖος ἀπό τή Ναζαρέτ.
Μά στήν Κούφα σέ λέγανε Ἀλῆ, ἐνῶ στήν Καρμπάλα Χουσεΐν
καί στή Βαγδάτη σέ φωνάζανε Μανσούρ.
Κι ἀκόμα σέ συναντῶ
ἀνάμεσα στούς κυνηγημένους
πού ἀναζητοῦν ἐλπίδα γιά νά ζήσουν.
Τούς λένε μετανάστες
καί ὁπλισμένοι ἂνθρωποι μέ ὂψεις ἂγριες
τούς φυλακίζουν….
Εἶσαι παντοῦ
μέ χίλια πρόσωπα
μέ ὀνόματα ἀληθινά
κι ὀνόματα πού νά σέ κρύβουν γιά νά ζήσεις.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΔΟΣ
©09/11/13
No comments:
Post a Comment